...

...

ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΙ ΜΟΥ..

31 Μαΐου 2009

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ..

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ..

Έτσι γλυκά σκεφτόμουν να σε φτάσω
Με τον νου, όπως
Σ’ ένα βράδυ
Ήσυχο, πράο,
Στην εξοχή
Μπροστά σου ξεδιπλώνεται
όλη η προηγούμενη ζωή βεντάλια.

Εξομολογητικός τόσο που δεν μου έμεινε
και τίποτα να πω

Κι αν με ρωτήσεις
Από πού ανθίζει μια καρδιά -δεν ξέρω..

Μόνο τραβάω κουπί
Σε έναν δύσκολο βιοποριστικό
ρόλο..

Δισυπόστατα αθώος και τι να μου πει ο καιρός..

Λέξεις αρμόζω σ’ ένα άγνωστο
Ψηφιδωτό που αγγίζει
Την τελειότητα της ματαιότητας.

Τα οστά μου πονούν, το αίμα
Πονάει- δεν έχω
Ήχο μελωδικό
για ίαση..

Μόνο σαρώνω
γύρω την ερημιά
-να βγάλω
συμπέρασμα λευκό
από το αποτρόπαιο μαύρο..

30 Μαΐου 2009

ΑΛΑΦΡΟΪΣΚΙΩΤΕ..

ΑΛΑΦΡΟΪΣΚΙΩΤΕ..

Για την μέρα ας αποφασίσει ο ήλιος- αλλά εσύ
που σκιρτάς με αποφάσεις θεών
ανέμων στο μυαλό σου, χαίρε!

Θα σε μάθουν οι μοναξιές σου φρόνηση..

Αλαφροΐσκιωτε καλέ, για πες απόψε τι είδες…

Η ποίηση σαν ποδοβολητό
αλόγων που θα φύγουν μακριά
παίρνοντας την ψυχή σου πέρα
βαθιά στην νύχτα..

Αντέχεις τώρα σκέψεις
ζωηρές σαν έντομα
που δάκνουν

Σαν λυσσασμένοι σκύλοι και δεν θέλουν να τους αφαιρείς
το ασήμαντο..

(Έτσι όπως γερνάω περισσότερο κατανοώ
και την απελπισία)…

ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ..

ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ

Α

Μέσα στην ερωτική νύχτα το φεγγάρι ακολουθεί πορείες της επιθυμίας.
Εσύ ζεις και έρχεσαι
από τις σιωπές των άστρων-
πιο καθαρογραμμένη κι από οπτασία.
Σε σκλαβώνουν τα χέρια μου που σε κρατώ
περισσότερο πια μέσα στον νου μου, άυλη, εξωπραγματική
στεφανωμένη
με το φεγγαρίσιο φως που επάνω
στο άσπρο σου κορμί ζει και περισσεύει.

Νεράιδα των αρχαίων δασών, επισκέπτρια
της λίμνης των κύκνων:
Σε βρήκα ψάχνοντας μες το τίποτα που συλλαβίζουμε
οι άνθρωποι. Δεν θα σ’ αφήσω να μου φύγεις
ούτε πουθενά να μου πας που δεν το ορίζω.

Μόνο σε χώρα ονείρου ξέρω ότι κατοικείς,
ένας αέρας πια αναστατώνει τα μαλλιά σου-
όπως βαθιά υποταγμένη στο γινάτι μου ανοίγεις
το ποίημα του έρωτα να απαγγείλεις.

Θα σε κρατήσω απόλυτη σαν αίνιγμα
μισή μέσα σ αυτήν μου την ζωή, μισή απ’ έξω
να περιφέρεσαι στο αόρατο σπιτάκι των πουλιών
σαν ρίμα που δικαίωσε ο χρόνος.

Και θα γίνω σφιχτή αγκαλιά που δεν ανοίγει, τρόπος
να μην μου φύγεις ποτέ-

Για να σε ανεβάσω στα ψηλά των σύννεφων
εκεί που κατοικούν οι άγγελοι της μοίρας.

ΜΟΥΣΑ..

ΜΟΥΣΑ…

Λαχανιασμένη κατεβαίνει πλάι στο ποταμάκι του μεσημεριού..

Ζωντανές αχτίδες του ήλιου γίνονται απαστράπτοντα κάγκελα
Για να πιαστεί το χέρι της και να κατέλθει
Κρατώντας την χρυσή κουπαστή της χαράς της
Μέσα στο ωραίο πρωί..

Είναι η μούσα του συνόλου
Των απραγματοποίητων πόθων που τυραννάνε τους άντρες.

Με κορμί της διαρκώς αναμμένης φωτιάς
Ιερουργεί μέσα στην άμετρη γαλήνη.

Και δεν την ξέρω, δεν μπορώ να την πω
Που πάει σχεδόν να είναι μία ανερμήνευτη
Γυναίκα που στην ποίησή μου δεν χωράει.

Εξέχει το ωραίο κεφάλι της, ο άνεμος
Της σκέψης της
Ο απολυμαντικός
Σιρόκος κάθε νοσταλγίας

Που φέρνει γύρω μου ο Μάιος του δύο χιλιάδες
Εννέα μετά Χριστόν..

29 Μαΐου 2009

ΠΡΟΒΑΙΝΕΙΣ...

ΠΡΟΒΑΙΝΕΙΣ..

Ανήκεις εκεί που το καλό περισσεύει·
Ανήκεις στο ταξίδι του ανέμου ανάμεσα
Από τα ανθισμένα δέντρα και τις εμφύλιες
Φωνές των πουλιών.

Ανήκεις στα ύψη που αποταμιεύουν φεγγάρι τις νύχτες-
Και όλο λες ότι θα σ’ ακουμπήσει από κάπου ο ουρανός.

Δεν σε ξέρει κανείς όπως το μάγο ξημέρωμα:
Όταν ξυπνάς και ανεβαίνεις στα μπαλκόνια των ωραίων κήπων
Για να ποτίσεις τις αιώνιες ορτανσίες σου.

Πριγκίπισσα των κρίνων, θεά
Που ζεις μες την φωνή του ήλιου..

Τρίζουν οι μεντεσέδες στα παράθυρα
των αποκαλύψεων.

Και συ προβαίνεις να μας πεις για την αιώνια χίμαιρα
Που ζει στον νου του ερωτευμένου ανθρώπου..

28 Μαΐου 2009

Η ΝΟΗΤΗ ΓΡΑΜΜΗ..

Η ΝΟΗΤΗ ΓΡΑΜΜΗ..

Κραυγαλέο φεγγάρι κυρτό
Ή κοίλο ανάμεσα
Στα φύλλα πικροδάφνης που λογχίζουνε την ησυχία.

Στον φλοίσβο του γιαλού απαλές αγκάλες
Της λειασμένης πέτρας που απόθεσε
Μετά από αιώνες δώθε της ανθρώπινης αλήθειας ο καιρός.

Δεν την αντέχουμε την μοναξιά, πάμε
Με το κεφάλι μας σκυφτό να ξαναμπούμε
Σε μια μήτρα πολυθόρυβων πόλεων.

Εγώ που γράφω ξέροντας ότι στο τέλος θα μου τα χαλάσει όλα ο καιρός..

Μέσα μου έχω αφήσει άθελα να κατοικούν
Σαρκοφάγα της θλίψης.

Από την μια μεριά αφήνει πέρασμα ανάμεσα στα σπλάχνα η αισιοδοξία.

Από την άλλη
μεριά, στο βάθος, μαύρο ρήμα, σκοτεινό αθροίζεται:
Πονάω ή φεύγω…

Προσευχές σε άλλης ώρας θεούς, μετά
Που θα κοπάσει της επιθυμίας η τρικυμία

Και στο γλαυκό στερέωμα να αναφαίνει όπως ποίημα η άνοιξη.

Στο τέλος
Όλα τα κρατά μια ρήση φιλοσόφου..

Σαν να είναι
Η νοητή γραμμή η μέσα μας που λες συνδέει
Πρωτόγονο κι εξελιγμένο..

Και σε ίδιο έδαφος αφήνει να τραφούν θύτης και θύμα..

ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ..

ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ..

Σιλουέτα ευκίνητη που δρασκελά μέσα στην νύχτα έναν τόπο φεγγαριού-

Γυναίκες περπατώντας αργά, κουτσομπολεύοντας τις άλλες
που την ώρα εκείνη ερωτεύονται κι αναστενάζουν
κάτω από πολλά σημαίνοντας φαλλούς.

Τώρα που το βράδυ προχωρά και μια μνήμη
δύσκολη μέσα μου ανάβει τσιγάρο
να ξεχαστεί
στο νύχτιο απαλό αεράκι..

Η ΖΩΗ..

Η ΖΩΗ..

Η ζωή είναι άδικη- δεν θα την επαναλάβεις…

Φυτά στον ήλιο του καλοκαιριού, χόρτα
καμένα και σκέψεις
που μυρίζουν θυμάρι..

Στα χέρια τις κρατάς- μ’ ένα τίποτα
βάρος είναι-

Και μέσα σου η μέρα σχηματίζει μουσικές σοφίες
γραμμένη ιερογλυφικά..

ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ..

ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ..

Μυρίζει επιθετικότητα το μαγαζί της μάζας-

Πρέπει να κρύψεις το καλό σου χαμόγελο, πρέπει να υποκριθείς
ότι δεν έχεις πάνω σου τα ακριβά
στολίδια που σου έδωσε ο Λόγος..

Ανοίγω τον ουρανό και μπαίνω -
σαν ένας μάγος θεός που κουρδίζει πορτοκάλια.

Τόσο η εποχή μου υπακούει που
ξέρω ότι και στο σφάλμα μου ακόμη
από αφέλεια των άλλων θα δικαιωθώ.

Ο λόγος είναι η πιο σημαντική χαρά
που μπορούν να δρέψουν οι άνθρωποι.

Κι όμως εγώ συνθέτω αιώνια πικραμένος..

Αδειάζοντας ψυχές φθαρμένες μες τις πολιτείες των ανθρώπων που
τους λείπεται η χαρά
των ελπίδων και
το ηθικό βάθος.

Δεν θα φτάσουν τα λόγια μου πουθενά..

Σιχάθηκα να μου υπαγορεύει η ανάγκη έτσι θέλω..

Θα κρατήσω ένα όνειρο για μένα, ιδιωτικό, άσπρο
σαν περιστέρι που απ’ όπου και να το αφήσεις θα ξαναγυρίσει
στην φωλιά του.

Χωρίς θρησκείες, ψέματα, μίση
για το τίποτα που μόνο
κακεντρέχεια εξαργυρώνουν.

Και θα είμαι ένας μοναχικός
άνθρωπος που οι άλλοι δεν
θα καταλαβαίνουν-

όπως και δεν καταλαβαίνουν
τις ζωές τους τις ίδιες που
σπαταλιούνται σ’ ένα ρημαγμένο πουθενά…

27 Μαΐου 2009

ΠΥΘΑΓΟΡΙΔΑ..

ΠΥΘΑΓΟΡΙΔΑ..

Τηρείς σιγή..

Πυθαγορίδα που το ξέρω θα εισέλθεις με την φρόνηση των λόγων σου
Στην ευκτική ώρα των αποσπασμάτων της μέρας-

Θείος ο κόσμος σου!
Ελληνικά σου μυστήρια!

Δίκηρο, τρίκηρο:
Νόμος του δύο, νόμος
Του τρία.

Χορεύεις όπως να χαιρετάς τον κύκλο των αστερισμών που μέσα σου μιλάνε..

Ηθική που πλαταίνει αξίζοντας

Λόγων μεγίστων το απαύγασμα…

ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ ΠΑΙΡΝΟΥΝ ΝΟΗΜΑ ΑΠΟΓΕΜΑΤΟΣ..

ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ ΠΑΙΡΝΟΥΝ ΝΟΗΜΑ ΑΠΟΓΕΜΑΤΟΣ.

Πώς γίνεται να πάρουν οι λέξεις νόημα απογέματος και ο ήλιος
Κλονίζει τις ευθείες των άνω βουνών!

Ένας γλάρος αυθαιρετεί μες το γαλάζιο όταν
Κι η θάλασσα που λάμπει είναι μία επιφάνεια του κάτω ουρανού
Που γέμει με πλοιάρια των εξερευνητών ανθρώπων.

Στην προκυμαία στραταρίζουν ζευγάρια.
Αποκρύπτοντας τον κόσμο ο ένας για τον άλλον.
(Βλέπεις κι ο έρωτας πυροβολεί τυφλά..)

Εσύ οφείλεις ψυχή για να σου αποκαλυφθεί αυτό το κρυμμένο πετράδι
Της αληθινής σοφίας·
Ρεμβάζεις βαθιά στον ορίζοντα που τρέμει
Με φλογίτσες ολοκόκκινες του ήλιου.

Κι αυτή η μοίρα να κινδυνεύεις ολοένα
Ανάμεσα σε λέξεις που θα σε εκθέσουν
Μοιάζει δουλειά εκ του πονηρού· αφού στο τέλος
Συντελείται ο φόνος ερήμην σου και όλοι
Εσένανε κατηγορούνε!
Υπηρέτη του ιδεατού φωτός!

Σαν μια τριήρη που ο άνεμος την διώχνει
Προς το ταξίδι αυτό του άλλου ουρανού.
Φυσάει αέρας:
Θωπευτικός και απόκοσμος!
Ζεστός όπως να ταριχεύει για να ζήσει αιώνια
Αυτό το τώρα μεσημέρι!

Με τα λόγια τι θα σώσω να πω;
Που σ’ έναν μύθο με εμπλέκουν ολοένα!
Ο Κένταυρος με μαθαίνει αλήθειες
Που μόνον τους ημίθεους θα ωφελήσουν-

Κάποια φορά.

2.7.2008

ΕΓΩ..

ΕΓΩ..

Ευανάγνωστα τα φύλλα των παρόχθιων δέντρων και ένας ενάλιος
Θεός - ο πιο σημαντικός δραπέτης-
Από ένα καταργημένο δωδεκάθεο.

Πτήσεις των γλάρων, γαλανές, άσπρες, ραμφίζοντας
Το ωραίο μεσημέρι.

Ένας άνθρωπος
Απλώνει τις υποταγμένες πια ιδεολογίες του
Να στεγνώσουν στην ήσυχη ακρογιαλιά.

Οι επιθυμίες των φώτων έγιναν ένα επίμονο ποίημα
που αφομοιώνει τις χλωροφύλλιες λέξεις του
κάτω από το ακριβό φεγγάρι..

Εγώ…

Που νιώθω τον παλμό ετούτο, εγώ!

ΓΛΥΚΟ ΨΩΜΙ..

ΓΛΥΚΟ ΨΩΜΙ..

Όπως συμβαίνει μες σε μια φωτογραφία:

Πρόσωπα που διψάνε για έναν μνήμης έρωτα,

Σπίτια των άλλων εποχών, αυλές, τριαντάφυλλα
Και μια μικρούλα λεμονιά που μες την θύμηση
Ακόμα δίφορα ανθίζει..

Στα βράχια δίπλα στην ακύμαντη θάλασσα
Γλιστρά ένας τεμπέλης γυμνοσάλιαγκας.

Παιχνίδια στα νερά και μια ευχή που έριξες
Στα άπατα της θάλασσας σήμερα να σε συναντήσει.

Γελούσε η κοπέλα: ήλιους ολάνθιστους..

Ένα απαλό αεράκι έγραφε
Μία παράξενη σονάτα
Στο στήθος του μεσημεριού- της ζέστας
Έψηνε γλυκό ψωμί….

26 Μαΐου 2009

ΠΟΥΛΙΑ..

ΠΟΥΛΙΑ…

Να καταλαβαίνεις μόνο την χαρά της ζωής και το φως
Την ώρα που όλες οι φιλοσοφίες ξεγράφονται..

Καθαρότερο ένα χείλι που φίλησες-

Πορφυρό και ένδοξο ανοίγει
Των άλλων κόσμων διάσταση-

Πουλιά σαν ριζικό ψυχής που φεύγει..

Πετούν χαμηλά, δεν γίνεται
Να ξεκόψουν μονομιάς απ’ το χώμα-

Ζυμωμένα απ’ αυτό κροταλίζουν
Μ’ ένα αίνιγμα κομματάκι απλό…

ΑΓΝΟΙΑ..

ΑΓΝΟΙΑ..

Εγώ που δεν ήξερα ότι τα πιο όμορφα πράγματα είναι καμωμένα
από ύλη ανέμου

κράτησα ένα βράδυ στην αγκαλιά μου το σώμα μιας γυναίκας φωτιάς

που χάθηκε
το άλλο πρωί
αφήνοντάς μου
έναν κοφτερό πόνο και μιαν ανάμνηση από άγριο πόθο

παίρνοντας μαζί της
σαν ένα φως που μου λείπει πια
την σκέψη
όπως καρφώνεται μες την καρδιά του χρόνου…

ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ..

ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ..

Ζάρια της μοίρας που ρίχνονται όταν κάπου αλλού σχηματίζει
μουσικές των φιλιών η χαρά

Μες από θραύσματα στο όνειρό σου και
ξανά
ας ορίζεις εσύ το βασανάκι της θλίψης.

Έχεις νιώσει το χάος- και τώρα
πονάνε γύρω σου οι πραγματικότητες-
όπως να σκάζουν βόμβες..

Ιδρώνεις αίμα,
μελάνι καυτό- σε τρώει η απελπισία.

Καρφώνεις εαυτόν στο δοκάρι του λόγου, νομίζοντας
θ’ αναστήσεις των λεξιλογίων το αρχαίο κουφάρι..

Και πράγματι! ήμαρ-ημέρα
φάος-φως
ηέλιοιο- του ήλιου..
Προχωρά
μες τον χρόνο η λέξη-

σαν νόημα που όταν ωρίμασε άλλαξε λίγο την μορφή του..

Εμείς
που στοχαζόμαστε λευκά και ξέρουμε τι είναι μες τον χρόνο η υπεροπλία
θέλουμε να κρατήσουμε πιο ζωντανή ετούτη την ανάσα των ψηφίων που ορίσανε
τα φιλοσοφικά χρυσάφια που μας κληροδότησαν σεβάσμιοι γέροντες που φέραν
αξίες του ανθρώπου όσο πιο ψηλά…

25 Μαΐου 2009

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ..

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ.

Τώρα πια δεν ψάχνω άλλο μες την νύχτα·
οι νυχτερίδες ήπιανε όλο το αίμα των ονείρων μου.
Βαφτίζω με το φεγγαρίσιο
νερό το πιο μικρό πουλί
που ακόμα
μου παραστέκεται
να φτιάχνω περιδέραια με λέξεις και άστρα!

Αυτό είν’ ένα ευαγγέλιο που δεν θα το διαβάσει ο καθένας

Ευαγγέλιο της καρδιάς και έτσι που ξεχάσαμε να αγαπάμε
μόνο το κορμί βασιλεύει, μόνο ακούγεται
η ίδια μουσική της μιας ημέρας που μετά
θα αγνοήσουν όλοι οι αιώνες.

Τώρα να τα λυπηθείτε όλα: και τους χρόνους
που θα ξοδέψουμε να κοιταχτούμε
καχύποπτοι για μία αθωότητα που δεν αποδεικνύεται..
Και την μέρα
που θα φύγει με ήχο σκαιό, να πέσει
μες την βαριά νύχτα του δύσκολου Έσπερου!

Μου περίσσεψαν τα σύμβολα και μ’ αυτά πάλι έρχομαι και πάλι κάνω
θεούς ειδωλολατρικούς.

Όπως ποτέ μου να μην έβαλα μυαλό, να μην
απαρνήθηκα εκείνο που από θυσία
στον ήλιο μέσα είναι ανάγνωση ευσέβειας
επάνω στον αρχαίο βωμό.

Σιτίζομαι με λίθους, τρώω
του αυγού το τσόφλι-
Όπως ο παλιός μου καπετάνιος
που ασκητική με γέμισε.

Αυτό δεν είναι η πνοή του ήλιου, είναι η σιωπή
των θυμάτων
που ομονοούν να πάνε αγνότερα μες την θυσία-
Σαν εθελούσια να του παραδίδεις σάρκα
κάθε θεού!

Και η νοητή αλήθεια που περιέχει ψυχές, όλο ψυχές και ένα αεράκι
που βασανίζει την απόφαση…
Τινάζει τώρα της φθοράς ετούτο το πασπάλισμα της τύρφης
που σου δηλώνει την οξείδωση κοντά!

Δεν ξέρω αν δικαιούμαι τόση αποκάλυψη! Βλέπω
νοήματα κρυφά, ουσίες
της ψυχής που αποκρυπτογραφεί του βίου
της μουσικής την ξαφνική κορώνα.

Σε έκπληξη γυρίζουν όλα, σε γνώση
προσευχής. Χάνεσαι
μέσα στον λαβύρινθο της σιωπής σου-
Αέρινος κι υποταγμένος πρίγκιπας. Φυλάς
του Άδη τα παλιά λημέρια·
μαθαίνεις απ’ τον θάνατο.

Τι μου στοιχίζει σε ανάσα αυτό το να υπάρχω
με όνειρα ανεκπλήρωτα; Δίνω
καρδιά να επιβιώνω μέσα στις αγρύπνιες μου…
Περπατώ μέσα τους και ξέρω ότι είναι
ρυθμός της αγωνίας δύσκολος.

Εκεί όπου τελούνται οι μεγάλες σιωπές
είναι ο πραγματικός Οίκος της νύχτας
που σαλεύει με τα πολυάριθμα άστρα του, χωρίς
ήχο ευλαβικού προσκυνητή
που ψάχνεται συνέχεια
για τα μέσα του βάθη!

Όμως τα σπίτια είναι εδώ και συλλαβίζουν
περισσότερο τον άνεμο απ’ το φεγγάρι.
Πολλά σπίτια, πολλοί άνθρωποι, με καθρέφτες
που δεν μας γνωρίζουν που και πάλι μιλάμε
ακαταλαβίστικα μέσα στην μοναξιά!

13.5.2008

24 Μαΐου 2009

Ο ΘΕΟΣ ΤΟΥ ΑΠΡΙΛΗ..

Ο ΘΕΟΣ ΤΟΥ ΑΠΡΙΛΗ..

Ψιχάλα των ύμνων, ανάπαιστε
λουλουδιασμένε μου-

Του Απρίλη ήρθε ο θεός

Κι από τις μαργαρίτες στο πίσω χωράφι ένας
καημός πουλιού υψώθηκε
έτσι για να σε κραταιώσει..

Μίλησαν τώρα οι ομηρικές ημέρες
που τις φέραμε από τ’ άλλα παράλια..

Στα χέρια άφησαν λέξεις:
Ολοκάθαρο ποίημα!

ΑΥΤΟ ΤΟ ΖΑΛΙΣΜΕΝΟ ΜΕΛΙΣΣΑΚΙ ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ..

ΑΥΤΟ ΤΟ ΖΑΛΙΣΜΕΝΟ ΜΕΛΙΣΣΑΚΙ ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ…

Τύλιξέ μου το φως γύρω απ’ την σκέψη,
φέρε μου τον ατελεύτητο άνεμο-
αυτό το ζαλισμένο μελισσάκι που είσαι
ψάχνει το ερωτικό του καταφύγιο
μέσα σ’ ένα ζεστό κι αιώνιο τριαντάφυλλο.

Μ’ αγγίζει στο αίσθημα- καμένος πονάω
κρύβοντας στο άλαλο στήθος μου
μια λέξη
που δεν θα την προφέρω πουθενά..

23 Μαΐου 2009

ΟΥΡΑΝΙΑ ΑΦΡΟΔΙΤΗ..

Ουράνια Αφροδίτη

Όλα κοστίζουν θάνατο αλλά εσύ
κατασπαράσσεις τις νύχτες κι άλλοτε
ρίχνεσαι στο Ιόνιο σαν πάλι
αρχαία ποιήτρια που ψάχνει
από την άλλη την μεριά της μέρας τον αγαπημένο της.

Αναδύεσαι σαν από μυθικό ακρογιάλι πάλι σήμερα που είναι
ίδιο μέσα στην ιστορία του πόντου- Κυπρία
με την σάρκα λευκή, λευκότερη κι από το φως, σαν
να μην έχει αμαρτήσει ακόμα.

Θα σε παν’ στον ουρανό τα πουλιά, θα σε φέρουν
μες τον καθαρό υπερυψωμένο ορίζοντα
που οι θεοί του λόγου σου πάντα θα αγαπούν να άρχουν.

Κι όπως κατανοούν τον έρωτα μονάχα οι αγνοί που δεν έχουν
φορτίο μαύρο ψυχής, όπως
εσύ εμπνέεις πάθη και γαλάζια ρήματα
στο φως ανήκεις με την θηλυκιά σου κοίτη.

Η κοιλιά σου φωλιά γονιμοποιητικού φαλλού, ναός
ηδονικός που τρέμει-
ανάβει
του πόθου τα φανάρια, ξυπνά
της ηδονής τις άπεφθες
ομοιοκαταληξίες.

Κι εκεί
στο φως των λόγων που ακόμα αψηφούν
την δεδομένη ματαιότητα
του κόσμου-
γυρίζεις
μες τον νου μου το αίνιγμα:
να είναι κάποιος ή αλήθεια να μην είναι…

ΜΟΥΣΙΚΟ ΔΡΩΜΕΝΟ...

ΜΟΥΣΙΚΟ ΔΡΩΜΕΝΟ…

Εκείνο το ανάλαφρο σαν ικεσία αεράκι
απλωμένο
που σχηματίζεται ανάμεσα από τις λεύκες που γεμίσανε φύλλα
τονισμένο
στο ύφος του ρε σε μείζονα
αποκάλυψη-

Όπως λυγίζει κάποτε ακόμα
κι η πιο σκληρή καρδιά.

Μου λείπεις λοιπόν..

Οι νύχτες πέφτουν κάθετα-
σαν με αμπάρες
όλα γύρω κλειδώνουν.

Μισός πάω
μες την ζωή και μισός μες τον έρωτα..

Έτσι που και οι αλφαβήτες μου να φωνασκούν από ευαισθησία
και να γίνονται φωτιάς ημερολόγια οι ώρες..

Ο ΑΕΡΑΣ...

Ο ΑΕΡΑΣ…

Ένα απροσδιόριστο βραχυκύκλωμα όπως μου σώνεται η φωνή και μένω
με λέξεις λέξεις λέξεις που πονάνε
και γίνονται
κρανίου λόφος..

Κι έπειτα λέω τι;

Θα με αφήσουν οι χίμαιρες να έχω
ένα σπιτάκι αναρριχόμενο
ανάμεσα στις τριανταφυλλιές που θα του τρίζει ο αέρας
τα βορινά παράθυρα;

Και θα περνά ως μέσα στο τραπέζι να αναστατώνει τις σελίδες μου;

Και στο μυαλό μου ο ίδιος να είναι
απολυμαντικός..

ΑΞΙΩΝΩ ΟΝΕΙΡΑ...

ΑΞΙΩΝΩ ΟΝΕΙΡΑ..

Από το εύπορο στέρνο της γης
Κατάγονται αυτές οι όμορφες και μανιασμένες παπαρούνες.

Πάνω τους πεταρίζει μια ξετρελαμένη μέλισσα
Που νομίζει την ομορφιά της αξία-

Εσύ με σκλαβώνεις με λόγια ρήγισσα μου ηλιόδοξη
Με κρατάς με φιλιά σου-

Κι έρχομαι ο μικρός να αξιώνω όνειρα
Να μου χαρίσουνε οι άδειες μαύρες νύχτες…

ΟΙ ΟΞΕΙΕΣ ΜΟΥ..

ΟΙ ΟΞΕΙΕΣ ΜΟΥ..

Σαν παλιοί φθαρμένοι ηθοποιοί, οι στίχοι μου κρέμονται από πελώρια δέντρα κι από-
κεφαλισμένους τους αφήνει το ηλιοβασίλεμα.

Δεν είμαι
Εκείνος που ήθελα και περισσότερο
Δεν θα γίνω εκείνος που πρέπει..

Οι οξείες μου πάνω στις λέξεις αλλάζουν το νόημα κατά το δοκούν.

Ηθελημένα η ζωή δεν προφυλάσσεται και έκθετη είναι
μπροστά σ’ ενός θανάτου το αίνιγμα..

22 Μαΐου 2009

ΜΑΪΟΥ..

ΜΑΪΟΥ…

Έρχεται το φως μέσα στην μέρα σαν ένας δεκαπεντασύλλαβος γεμάτος πουλιά.

Εκείνα κρεμασμένα στα κλωνιά των δέντρων
Σαν σκουλαρίκια ωδικά
Το ‘να με τ’ άλλο τραγουδάνε.

Τόσο οξείες οι φωνές τους που παντού αρχίζει μία άνοιξη.

Και μυρίζουν χώμα αρχαίο οι σπαρμένες κατά τύχη παπαρούνες.

ΣΤΑΓΟΝΑ..

ΣΤΑΓΟΝΑ..

Πάνω στην κοιλιά σου, πάνω στην κοιλιά σου

Μια σταγόνα ξανθή που τραμπαλίζεται
Πηγαίνοντας προς του αφαλού σου την λίμνη

Μια σταγόνα ξανθή σαν σάτυρος
Του νερού που θέλει να σ’ αγγίξει
Να σε μάθει ολόκληρη – τώρα που είσαι

Ξαπλωμένη φωτιά

Και αδιάβαστος έρωτας..

21 Μαΐου 2009

ΡΗΜΑ ΣΚΟΤΕΙΝΟΝ..

ΡΗΜΑ ΣΚΟΤΕΙΝΟΝ…

Εσύ θα ξέρεις ότι είσαι
ρήμα σκοτεινόν

Και το μέσα σου υπάρχον
δεν θα γίνεται ν’ αποσυμφορεθεί.

Η συνισταμένη σκέψη σου
φωτιά.

Θα βασανίζεσαι ολόφωτος την ώρα
που κάπου,
μες την παιδική σου ηλικία,
θα καταγράφονται λόγια του Ύμνου

ή της μαντζουράνας που έκοψε ένα κλωνί της μάνας σου η μάνα
να δώσει σου ευθεία στην ζωή..

Και το παραμύθι αρχινά:

είσαι
μ’ έναν εγωισμό αφέλειας ο πάσχων να κατανοήσει
της μέντας τα μυστήρια.

Λέξεις
που ήρθαν για να μείνουνε:
όναρ
ήμαρ
μήνιν άοιδε,
θεά-

Μετά
που θα αφεθείς να πέσεις μες τα λεξιλόγια ύδατα
έχεις θεό μέσα σου
και υπάρχεις
αντέχεις
αχνίζει το ύδωρ σου.

Ένας λόγος
Ομήρου
αφήνει έκθετο τον Αχιλλέα σου
μπροστά στο χρέος

ώσπου εσύ χωρίς ασφάλεια
φήμης
εφαρμόζεις
επάνω στα καινούρια ήθη
των καιρών και της γλώσσας
της παλιάς,
τους καινούριους ορίζοντες..

20 Μαΐου 2009

ΣΕ ΣΕΝΑ ΜΙΛΩ..

ΣΕ ΣΕΝΑ ΜΙΛΩ..

Σε σένα μιλώ που δεν ξέρω πως ερμηνεύεις τις λέξεις μου
Που ανοίγεις τρύπες υποψίας ότι
καταλαβαίνεις κιόλας

Το σημαντικό με σένα είναι ότι αγνοείς
Πως τα αισθήματα βαραίνουν κι έχουνε κουκούτσι
Σαν φρούτα που τα λαχταράς κι είναι υπέροχα..

Εγώ…τι σου λέω εγώ που κατά βάθος
Είμαι μοναχικός σαν ένας ερημίτης που πια
Χόρτασε την μοναξιά και τώρα θέλει
Να τον ερμηνεύσει το φως

Και κάθεται συλλογισμένος σε μια παραλία που δεν θα την πάρει
Ποτέ καλά ο αέρας

Κάθεται και ρεμβάζει λες στα μέλλοντα
Σαν να ‘ναι ο μάντης που αλλάζει πρόσωπα: πότε γυναίκα
πότε άντρας: πρόσωπα
Της ίδιας απογοήτευσης..

Εξάλλου
Οι καιροί
Υποβάλλουν την θρησκεία των ανήθικων-
Όλοι επαγγέλλονται τους θύτες

Κι εσύ
Πικραμένε μου πρίγκιπα
Βαφτίζεις στο φεγγαρόφωτο τα λόγια σαν προσευχές
Προς το ουράνιο άστρο..

ΠΑΝΔΗΜΟΣ ΑΦΡΟΔΙΤΗ..

Πάνδημος Αφροδίτη

Τα χείλη της εκπυρσοκροτούσαν…Ιέρεια του κορμιού..
Όσα βασίλεια είχε ήτανε της σάρκας- Κανένα απόλυτα υπαρκτό..
Δεν ξέρω αν ξαναδιαβάζοντας τα μάτια της θα έβγαζα
τα ίδια συμπεράσματα:
Να την γδύσω και μέσα της να μπω
μ’ έναν πολιορκητικό κριό που λες και φτύνει κάθε σθεναρή αντίσταση..

Όλα μες την πραγματικότητα..
Τουλάχιστον του δικού μου μυαλού..
(Αλλά μήπως και είναι άλλη;)

Με τα ωραία στήθη της, το δέρμα
από βελούδο που το αγγίζεις- τρελαίνεσαι..

Δεν την ξέρω- Κανείς δεν την ξέρει..
Όλοι πίνουν το σώμα της
σαν κρασί που μεθά.

Τις νύχτες
κάποιοι ευτυχούν στην αγκαλιά της. Και τότε
τι χρειάζονται οι θρησκείες;
Τουλάχιστον η μία ας υπάρχει: του κορμιού.

Γιατί δεν φέρνει αμαρτία η ηδονή.
Εκείνη ξέρει..
Έχει φιλοσοφήσει πιο κοντά στην θάλασσα
-ίσως και μέσα της-
κι από το βάθος του οργασμού που εντείνονται οι αισθήσεις
σαν για ν’ανάψουν και να υψωθεί αλλιώς το αίμα
υπερνικώντας στο φεγγάρι όλα τα ρήματα
που στέκονται με θέση αγρύπνιας μέσα στο μυαλό της νύχτας..

19 Μαΐου 2009

ΜΕΓΑΛΩΝΕΙΣ ΜΕΣΑ ΜΟΥ..

ΜΕΓΑΛΩΝΕΙΣ ΜΕΣΑ ΜΟΥ..

Έτσι κι εγώ αντέχω, έτσι
κι εσύ
μεγαλώνεις μέσα μου
τρεφόμενη μ’ αισθήματα

Και ξέρω ότι κάπου πάει ακόμη και το τίποτα αν ξέρεις
στα βαθιά του να δεις-
μετά
από τις άσκοπες περιπλανήσεις μέσα σε ένα εγώ
κατασπαραγμένο
από αγωνίες κι έναν βιοπορισμό
που βραχνάς σου γίνεται…. (ποιός άραγε καταλαβαίνει;)

Σπάζουν τα νεύρα μου
απόναν πονοκέφαλο· με κακοθυμία
βγάζω λάμψεις περιεχομένου
πικρού
πιο άγριος από ποτέ

Κι απ’ τ’ όνειρο πετράδι ζορίζεται
ορυκτό να βγει
μες από απέθαντες λέξεις

Τι είμαι αλήθεια εγώ ο ονειροπόλος;

Πόσο μοιράστηκα
ανάμεσα στον κόσμο που επιθυμώ και τον κόσμο που ζούμε;..

Τώρα φιλονικώ μ’ εμένα γιατί δεν μπορώ
να εξασφαλίσω ένα κάτι αργύριο, ένα μικρό κελί
σκήτη ανέμων με πουλιά
μόνος να κατοικήσω..

18 Μαΐου 2009

Η ΤΡΙΤΗ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ..

Η ΤΡΙΤΗ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ…

Προσευχή που θα την πουν τα λουλούδια για τον μάγο θεό τους
Και μετά πέφτει αβρή η βροχή-
Έτσι για να χαϊδέψει τα κεφάλια τους με τα σγουρά τα πέταλα..

Αρχοντικός ο αέρας μετά
Που σβήνεται η τελευταία ψιχάλα
Πάνω στα φύλλα των φρεσκοπλυμένων δέντρων..

Η Τρίτη των αγγέλων!
Και ζόρικος ο Μάρτιος-

Πιο δυνατός από ποτέ.. Εγώ που είδα
Μέσα στα μάτια κοριτσιών να πλέουνε τραγούδια
Άσπρα, γαλάζια, κίτρινα, και θαλασσί
Τον πόθο να τα στεφανώνει..

Αν ξέρω κάτι είναι να σωπαίνοντας μιλώ
Μασώντας φύλλα δάφνης.

Αναστατώνονται γλυκά οι νύχτες μου
Να σε σκέφτομαι- περπατώ
Στα ψυχικά σοκάκια σου
χαμένος για χαμένος..

17 Μαΐου 2009

ΝΕΣΤΟΣ..

Νέστος..

Κοίτη θηλυκιά
των νερών,
ποταμέ
με βάθος όσο μια ανεξάντλητη σκέψη..
Στις όχθες σου παράξενα πουλιά τσιμπολογούν
κάθε σκουληκιασμένη πανδαισία
των χρωμάτων που κυλούνε γάργαρα σαν ένας ύμνος
πρωινός που θα συλλαβίσει τις αοριστίες του με μουσικές
επάνω του διαχυμένες..

Κοιτώ την πρασινωπή νερένια σου υπόσχεση. Πας
προς την άφταστη θάλασσα.

Είναι θεός
ο λόγος σου-
μουρμουρίζοντας ύμνο
και φως και ήλιο
και γινάτι
της γης-
και ζωή και αέρα.

Πού βρίσκεται η αξία σου;

Τα λειασμένα βότσαλα κρατάνε
αποταμιευμένη την σοφία της πορείας σου· χτυπάνε
το ‘να με τ’ άλλο
σαν τα πλήκτρα ενός χοϊκού τεράστιου πιάνου.

Κι εσύ με μαθαίνεις να υπόσχομαι στον εαυτό μου πείσμα και θέληση
και επιμονή και σκοπό- και να ορίζω
μια μοίρα όπως του νερού που πάλι
έρχεται
πολύμορφο
και δοξασμένο μες την όρασή μου κάθε ώρα..
22.3.2009

16 Μαΐου 2009

........

........
Όταν βραδιάζει με ξεκουράζουν τα μάτια σου
Όπως τα φέρνει μπροστά μου το όνειρο.

Εσύ πλέεις αλλού. Κι εγώ
Αλήθεια από το αλλού σε άλλο μέρος πάω
Γιατί από το όνειρο πηγαίνεις εύκολα μες το μεγάλο πουθενά.

Θα σ’ ανοίξω λοιπόν και ξανά την πορτούλα του ύπνου
Αποκεί που οι εραστές μες τον πόθο μεθάνε
Και θ’ αφήσω τα τραγούδια να στεφανώσουνε
Κι εσένα κι εμένα

Και το γλυκό
Εγωιστικά ασημένιο φεγγάρι..

.......

.......
Θα έρχεται σαν από μία νοσταλγίας χώρα
η ποίηση.

Θα την κρατούν μες την καρδιά τους λιλιπούτειοι σπουργίτες
που ουρανοδρομούν..

Όπως μες της Σαπφώς τα άσματα.

Θα γελά
παραμερίζοντας κάθε κουρτίνα σύννεφου

Κάθε ήχο σκληρό δίχως νοήματα
αγάπης κι ευωδίας..

......

......
Ένας ουρανός εμπνευσμένα γαλάζιος

Πουλιά τινάζουν το σεντόνι της ημέρας

Το αρχαίο κάτοπτρο όπου κοιτάζεται η κόρη Αυγή
ραγίζεται σε χίλια δυο κομμάτια

Ένα ελληνάκι ποίημα που χειροκροτά
την έπαρση των λυρικών ανταποδόσεων του Μάη..

Το πούπουλο ενός πουλιού που έφυγε κυνηγημένο από τον αέρα
τόσο ελαφρύ τόσο τίποτα που λες
και είναι ό,τι δεν είναι..

.....

Μια προφορική ένταση ανάμεσα στον λόγο που είναι και στον λόγο που γίνεται:

Σαν το λουλούδι δηλαδή -
που αρχίζει την σοφία του να την διαμοιράζει
όπως το σκούντηξε πολύχρωμο ο αέρας-
.....
Και μετά σιωπή-

Η πολύτιμη σιωπή που καταλαβαίνεις
την ζωή απλούστερη όπως σου ξεδιπλώνεται
σαν μέσα στα τετράδια ορθογραφίας
των παιδιών..

Έτσι μαθαίνεις να αποκρυπτογραφείς την ουτοπία κι έτσι
γεφυρώνεις μέσα σου το ανεπίτρεπτο κενό
από τον άλλο άνθρωπο

Σχίζονται οι αιώνες δυο κομμάτια κι απομένει
μια ποίηση ζεστή που την κρατούν
γραμμένη
σε πλάκες μάρμαρου και κατεβαίνοντας απ’ το βουνό
παλιοί σοφοί..

15 Μαΐου 2009

ΕΙΚΟΝΑ..

ΕΙΚΟΝΑ..

Η ώρα 6.00 το πρωί στο πάρκο περπατάω-
λίγο μετά που κόπασε η βροχή

Ένας λαός πουλιών όπως οργανωμένη ορχήστρα
τραγουδά.

Μα τόσο ξέφρενα που αναρωτιέμαι αν είναι ύμνος
ή φως από λαρύγγι που το προίκισε οι θεός.

Συλλογισμένος πάω..

Διαμαντικές νεροσταγόνες αποσπώνται από τις βελόνες των πλυμένων πεύκων

Τσουπ πέφτουν πολλές φορές κι επάνω μου μαθαίνοντάς με
μια ξαφνική χαρά!

Και μετά οι μεγάλοι ευκάλυπτοι
την ώρα που ξυπνούν οι αγριοπαπαγάλοι
και κρώζουν τρελά
σαν απ’ την μέρα που έρχεται να απειλούνται.

Στην λίμνη ακίνητη νεροχελώνες
κολυμπούν κι ερωτεύονται
απαλά
μέσα στο αργόσυρτο εωθινό φως.

Εικόνα μπρος στα μάτια μου που ξεπερνά τα μάτια μου!

Και με τις απλούστερες λέξεις το ελάχιστο
που θέλω να αρθρώσω κατορθώνω..

....

.....
Αγρύπνιες που τις ήπιε το φεγγάρι

Κι εγώ να γράφω γράμματα παράξενα που οι άλλοι
τα γελούν

Α, Παναγιά μου, χίμαιρα, Ρόδο
Αμάραντο

Φέρε τον νου μου στους δικούς σου κήπους

Ν’ ακούσω το πουλί που από χαράματα χαρίζει
Την φωνή του στον ήλιο.

Μ’ αυτό το νόμισμα της προσδοκίας πάντα
Μια λύπη εξαργυρώνω..

ΑΧ, ΑΓΓΕΛΟΠΑΡΜΕΝΕ ΜΟΥ!...

ΑΧ, ΑΓΓΕΛΟΠΑΡΜΕΝΕ ΜΟΥ!...

Τρώει σάρκα αν δεν το ξέρεις ο Μάρτιος.
Μηρυκάζει τρελά σαν μαινόμενος τράγος.
Τρως την χλόη του κι εσύ και βελάζεις
Σαν χαμένος αμνός.

Να υπερασπιστείς τα νοήματα της αγρύπνιας
Και κάτω από το φως της σελήνης
Να δεις τα μυστικά σου να αποκαλύπτονται.
Σαν να ‘ναι και εσύ να ερμηνευτείς.

Πώς πήγες μόνος μες το πλήθος;
Ποιός σου έδωσε τα κλειδιά γι αυτήν τη πόρτα
Τ’ ουρανού;
Ποιούς είδες
Αγγέλους;

Ώρα που δύει η ζωή σαν ήλιος- με σύνεση που έλαμψε..

Αχ, αγγελοπαρμένε μου!....

Φαρμάκι που θα πιεις για να γνωρίσεις
Πως ελαττώνεται η ψυχή μέσα στα χρόνια..

ΖΗΤΩ ΝΑ ΜΟΥ ΕΠΙΣΤΡΑΦΕΙ..

ΖΗΤΩ ΝΑ ΜΟΥ ΕΠΙΣΤΡΑΦΕΙ..

Και τώρα ιδού εγώ, στην μέση του χορού, ακίνητος
Βασιλιάς της ευθυκρισίας..

Διόνυσος που γύρω του χοροπηδούν
μαινάδες:

Κόρες γυμνές, φορτισμένες
Με κάψα ερωτική-
να δοθούν
Και στον άνεμο ακόμα..

Ξέρω που πονάει ο μέσα μου εαυτός, που ζορίζει
Η ηθική του κόσμου και τσιρίζει
Όπως αντιπαρέρχεται όλες τις θρησκείες..

Με φως του άλλου εαυτού και με ύμνο τον μέσα μου
άλλες αρμονίες κάνω

Να φανούν όπως συντρίβουν καθιερωμένες
νότες
μίας επίγειας τάξης.

Ζητώ να μου επιστραφεί ο απαγορευμένος
Παράδεισος..

....

Συγκεντρώνω μέσα μου λέξεις, κεραύνιες λέξεις
Που πονάνε.

Ξαγρυπνώ πασχίζοντας να αποδώσω ένα σώμα ορατό
στο αόρατο.

Το ξέρω πως αν το πιστέψεις
Εκείνο πράγματι θα σου φανερωθεί.

Σαν όπως φως μες τον αέρα που υπάρχει
Και χάνεται..

Με το βραδάκι αρχίζω τελικά να συσπειρώνομαι..

Κάτι
Σαν ελατήριο γίνομαι

Αισθήματος που αν το απελευθερώσεις
Θα τιναχτεί ψηλότερα
Κι από το φως…

ΨΥΧΗ ΜΟΥ..

ΨΥΧΗ ΜΟΥ..

Εύθραυστα δευτερόλεπτα πριν ο πάγος της αυγής σπάσει
Από τα πρώτα δόρατα του ήλιου.

Σβησμένα χρώματα της νύχτας που τα περιζώνει
με ένα νικητήριο φως η αυγή.

Αίμα της μέρας αεικίνητο ψηλώνοντας μέσα στα ιστία των δέντρων
Που τρώνε άκαμπτο άνεμο-

Που κυρτώνονται σαν για
να τον χρόνο τραγουδήσουν..

Και ψυχή μου ψυχή μου εσύ μέσα σ όλα
Που χωράς αλλά από μένα περισσεύεις-
Έλα
πάρε τον δρόμο σου

Άγγιξε την χορδή της λύρας
Που τεντωμένη γύρω σου ξεχύνει
ένα θούριο φως..

ΔΕΣ ΜΕ!

ΔΕΣ ΜΕ!

Αρκεί ένα φως σαν άστρο τις νύχτες πάνω από τα φευγαλέα κυκλάμινα..

Τα λόγια των ποιητών που σου κάνουν την χάρη
Να πουν για τα ωραία μάτια σου-

Μες την ζωγραφική του φεγγαριού.

Σε μαθαίνω πάλι και πάλι-

Μ ένα τίποτα λέξεων έφτασα ως τα αρχαία λεξι-
λόγια αναιρώντας τις οξείες των αισθημάτων
Και τις περισπωμένες της επιθυμίας.

Δες με!

Έχω την θλίψη που έχουν τα αγρίμια
Που έχασαν μια σύντροφο ζωής

Και δίχως λόγια-

Μόνο σαν μ’ ένα τελευταίο ουρλιαχτό
Σχίζουν στα δυο την νύχτα!

8 Μαΐου 2009

ΜΑΤΩΣΕ..

ΜΑΤΩΣΕ..

Σκέπασε τους καθρέφτες, ο πόνος δεν είναι φίλος
Ένας άλλος περνά εκεί μέσα, ένας άλλος
Εαυτός

Καθρεφτίζεται αλλά είναι ίσκιος- εσύ ολοένα
Πιο δύσκολος γίνεσαι, δεν χωράς
Μες τις λέξεις, σε ρούχα
δεν χωράς, στην ψυχή σου εξέχεις.

Ο καιρός αφήνει πάνω σου το κακό του σημάδι-
Ανήλεος...

Τώρα άσε την προσευχή να σε πάει ψηλότερα
Μέσα στο αιώνιο φως.

Πάρε τον δρόμο που τα αισθήματα έχουν

Μάτωσε- όχι μόνο
Να πονάς..

ΦΟΥΡΚΙΣΜΕΝΟ ΕΓΩ ΜΟΥ..

ΦΟΥΡΚΙΣΜΕΝΟ ΕΓΩ ΜΟΥ..

Είναι τίποτα το κάτι που έχω και ακόμα
Βάρκες φρεσκοπλυμένες πλέουνε
Σιγά
Στην νύχτα
Κάτω απ’ τα άστρα
Μέσα στην καρδιά
Του σκοταδιού που σπάει..

Πού να με καταλάβεις….. αν δεν έχεις κάνει ικέτης
Στην μοναξιά..

Έχω αφήσει να κανοναρχεί για μένα το φεγγάρι..

Και μια Ελλάδα που εγώ θα την φαντάζομαι ολοένα
Σαν ιδεών πατρίδα..

Α, ρίσκο μέσα
Στον στίβο των λέξεων!

Να είσαι ή να μην είσαι, να φύγεις..

Τόσο ποιητικό μαράζι χώρεσα που στάζω
Έψιλον και λάμδα και άλφα!
Φουρκισμένο εγώ μου!

14.3.2009 Θεσσαλονίκη

Ο ΡΕΜΠΩ..

Ο ΡΕΜΠΩ..

Είναι ο Ρεμπώ στο σκοτεινό σπίτι
του μυαλού βάφοντας
με φως τις ανυπόταχτες επιθυμίες.

Κατεβαίνει ολομόναχος στην έρημη παραλία:

Ένα παιδαρέλι φερμένο από όνειρα- κι ωστόσο
ούτε στα όνειρά του δεν χωρά.

Ένα παράξενο παιχνίδι
λέξεων κι ένας λαγός
όπως πετάγεται ανάμεσα από την άγρια βλάστηση -εκεί
όπου μετά από την ξαφνική βροχή όλοι νομίσαμε ότι η ποίηση θα πάψει.

Μ’ ένα καπέλο ψάθινο, φιγούρα
άλλων καιρών

Αρσενικός και θηλυκός, άντρας
και παιδί, παιδί
και άντρας- παίζοντας
ανάμεσα σε δύο ρόλους.

Κάποτε τον βλέπω που αποχωρεί

Φεύγει και πάλι προς την μεριά του αλλόκοτου εαυτού και φαίνεται
αινιγματικότερος- κρατώντας

Ένα καλάθι ψάρια ποταμίσια και μία ωδή
σε μια ολόφρεσκη απ’ την βροχή μητέρα- Φύση…

4.3.2009

Η ΑΝΘΙΣΜΕΝΗ ΚΟΠΕΛΑ..

Η ΑΝΘΙΣΜΕΝΗ ΚΟΠΕΛΑ..

Εσύ να κόβεις βόλτες αγωνίας και στον κήπο έξω
Του παλιού σπιτιού να μαίνεται ο αέρας.

Η ποίηση να σ’ έχει βρει κατάστηθα.

Αλλά εσύ ορθός
Πάνω στα ίδια τείχη της αρχαίας γλώσσας πολεμάς
για ένα φωνήεν καθαρό.

Δεν θα σε καταλάβουν, θα κακιώσουνε
Τα υπάρχοντά σου θα αναρπαχτούν, δεν θα ‘ναι
Τίποτα να έχεις πια… Μα -
Μην γυρίσεις να κοιτάξεις!

Εμπρός!

Κατά εκείνη την ανθισμένη κοπέλα που επιμένει
να σου χαμογελάει γλυκά!

13.3.2009 Θεσσαλονίκη

ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ..

ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ..

Πέφτει η μέρα μέσα στην ζωγραφική
Του φωτός.

Χιλιάδες πουλιά
Σε μια χαμηλή πτήση προειδοποίησης- ίσως θα βρέξει.

Κρατώ μιαν άδεια υδρία.

Ένας αρχαίος ναός ρημαγμένος δεσπόζει.

Κίονες και σπασμένα μάρμαρα ανάμεσα στην ανοιξιάτικη
Χλόη.

Ο χρόνος σέβεται.

Πρέπει να ξέρεις που σε πάει.

Θέλει δουλειά μαέστρου:
Να συγχρονίζεις τα έγχορδα με τα πνευστά
Αισθήματα..

Μετά τι απομένει;

Να δεις που θα γυρίσουν όλα όπως δεν τα φανταζόμαστε.

Θα φανεί ότι λιποψυχούμε.

Όμως πάντα μέσα μας κάτι θα λάμπει.

Σαν να επιστρέφουμε σε μια αρχέγονη νεότητα:

Ήμασταν άλλοι και γινόμαστε άλλοι..

(Με εικόνες θα σκέφτομαι, με φωνές των πουλιών
Και με άστρων γιρλάντες…)

13.3.2009 Θεσσαλονίκη.

ΕΧΩ ΚΡΑΤΗΣΕΙ ΜΕΣΑ ΜΟΥ..

ΕΧΩ ΚΡΑΤΗΣΕΙ ΜΕΣΑ ΜΟΥ..

Τώρα παρέδωσα τον θάνατο στο φως- πια δεν φοβάμαι
Να μην μου αφαιρέσει τίποτα η ζωή..

Τώρα οι νύχτες μου έρχονται μ’ άλλο περιεχόμενο
Και κατακλύζονται από μουσικές επουράνιες-

Ορίζω το άστρο, την λάμψη του και το φεγγάρι
Κάνει χαρές στων ουρανών τα πλεούμενα-

Έχω μέσα στις λέξεις μου κρατήσει
Ένα κλωνάρι από βασιλικό
Όπως που μου ‘βαζε στο αυτί η γιαγιά μου..

Απόγεμα που έβραζε από την ζέστα το τσιμέντο
Σε άλλες εποχές και σίγουρα σε άλλους τόπους-

Λες των ονείρων..

7 Μαΐου 2009

ΤΩΡΑ ΕΓΩ..

ΤΩΡΑ ΕΓΩ..

Τώρα εγώ
Έχοντας κάψει τον καρνάβαλο του χτεσινού γλεντιού
Κι έχοντας πάρει δρόμο άλλης σκέψης..

Και λυπημένος και χαρούμενος, και πολύς και λίγος-
Είμαι ένας κι είμαι όλοι-
Μέσα μου χωράν
Σύμπαντες κόσμοι- παιδιά
Που απαρνηθήκαν τις μανάδες και σκαρφάλωσαν
Ψηλά σε έναν δύσκολο ουρανό..

Τι είμαι τι δεν είμαι- μουσική
Διαπερνάει τα φρένα μου-
Ήχοι
Πουλιών που έπιασαν αντίφωνο τραγούδι ψάλλοντας
Για να συνθέσουνε το πρωινό ποίημα της άνοιξης..

Περπατώ κάτω από θεόρατα δέντρα
Δίπλα στην παράξενη λίμνη.

Χελώνες κολυμπούν δυο-δυο ερωτευμένες-
Όπως θα έπρεπε.

Κι ένας στρατός από κάμπιες που έπεσαν
Από φρεσκοπλυμένα πεύκα που τα στόλισε
Μικρά διαμάντια η βροχή-

Πάει πάει πάει..

Πάνω στο χώμα που έφριξε από την βροχή κι ωραία μυρίζει..

ΘΕΑ..

ΘΕΑ..

Του μέλλοντος αιώνος ο λόγος που θα πέσει όπως ώριμο φρούτο
Μες την καρδιά της μέρας

Αυτό το σκηνικό από πόλεις που ρημάζουν
τα τρομαγμένα μας ουσιαστικά

Έτσι όπως λαχανιάζουν και τα ατίθασα άλογα του νου σου

Να σωπαίνεις πολυσήμαντα αγνοείς

Φεγγάρι έξω στα ρηχά της νύχτας

Και των μουσικών οι οξείες καρφωμένες κάπου εκεί, στην άδεια παραλία

Μία θεά περπατάει γυμνή

Όπως από τα κύματα να αναδύθη’

Πάνω στην ξαφνική ώρα
των αρωμάτων
Του δειλινού-

Πώς σε μαγέψανε!

ΑΝΟΙΞΗ..

ΑΝΟΙΞΗ..

Τα δέντρα ψιθυρίζουν άνεμο, τα παιδιά μαθαίνουν φεγγάρι
Όλες οι σιωπές είναι μια καμπύλη φωτιάς
Του τραγουδιού που γέμει με άστρα

Μια σκόνη κρυμμένη παντού είναι αδύνατον να μην νικήσει τον χρόνο
της νύχτας

Αρχαίες λατρείες πάλι ξαναζωντανεύουν
Και επιβιώνουνε μέσα στα ποιήματα της γήινης ημέρας

Μυρίζουν ώχρα του τοπίου οι παπαρούνες

Ένα πουλί προσέχει μην αυθαιρετεί με το τραγούδι του
Μέσα στην πανδαισία των χρωμάτων

Ένα οξυγόνο πνεύμα αναζωογονητικό αρχίζει
Ν’ αναστατώνει ως βαθιά τα σπλάχνα..

ΕΤΣΙ ΜΟΥ ΗΡΘΑΝ ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ..

ΕΤΣΙ ΜΟΥ ΗΡΘΑΝ ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ…

Ρήματα μιας ουσίας που δεν ήξερα- με έναν τρόπο
Που μου χαρίστηκαν

Πνιγμένα ουσιαστικά, λαχανιασμένα επίθετα, αντωνυμίες
Βαριές σαν κυκλοθυμικές αντανακλάσεις
Του εγώ μέσα σ’ ένα συλλογικό παιχνίδι
Που τέτοια είναι η ζωή..

Είναι κάτι στιγμές που είναι πιο βαθιές απ’ τις άλλες-
Σαν να ακούς θεό ή να μην ξέρεις
Ότι μπορεί να σου μιλήσει μία τριανταφυλλιά..

Και είναι
Η ώρα τρεις το μεσημέρι, ντάλα ο ήλιος
Που μία ποίησης αξίνα κόβει μέσα σου σωστά.

Έτσι μου ήρθαν οι λέξεις, έτσι
Τις έδωσα.

Δεν θα κρατήσω από την ομορφιά παρά ένα μικρό φεγγάρι
Μέσα μου

Όπως το αποτυπώνει το μυαλό αργότερα
πάνω σ’ ένα χαρτί
Για να το νιώσουν και να το θαυμάσουν όλοι..

ΕΛΑ ΣΕ ΜΕΝΑ..

ΕΛΑ ΣΕ ΜΕΝΑ..

Κοιμάσαι και διαβάζω πάνω στο ήρεμό σου πρόσωπο..

Έλα σε μένα βασίλισσα της χαράς μου, έλα σε μένα..

Ζήσε μέσα στο όνειρο που πλάθει τις καινούριες επικράτειες
Του μυαλού μου- ζήσε:

Όπως οι λέξεις που θα γίνουν ποίημα..

Ίσως θα ήθελες να φύγεις αλλά εγώ
Θα σε κρύψω μες τα φεγγάρια μου που θα γυρίζουν
Κόκκινα μέσα στις καταραμένες νύχτες.

Θα ξέρω να μοιραστώ το δώρο της ύπαρξης μόνο με το τραγούδι
Που θ’ αναβλύζει από μέσα μου όπως να έρχεται
Από μια χώρα των πρώτων θεών!

ΕΣΥ..

ΕΣΥ..

Όταν είσαι το βράδυ εδώ– ραγίζεται ξαφνικά ο χρόνος
Και χωράς μέσα σε μένα και μέσα στο γύρω παντού
Σαν ένα μικρό μυστικό που υπάρχει μες τα μυαλά των λίγων που καταλαβαίνουν.

Είσαι εκεί με το άσπρο σου φόρεμα σαν κάτι
Να σε αποσπά απ’ το όνειρο
-Λέξη ή ποίημα- και να το κρατώ
Πολύτιμο μες την ματιά μου..

Θα με ξέρεις άραγε ποτέ εσύ
Που είσαι άτρωτη απ’ όλες τις βολές του χρόνου;

Που είμαι εγώ σαν ένα ξεχασμένο βότσαλο μικρό στα πόδια
Μιας πικροκυματούσας θάλασσας..

Λάμπεις και φεύγεις- λάμπεις
Μια μέσα στο ποίημα μου και μέσα στα μάτια μου μια-

Ακυρώνοντας την στιγμή που περνά και πάλι εσύ
Δημιουργώντας την, φέρνοντας πίσω
Το θείο ιερό σου δευτερόλεπτο..

Να σε δω μες το αχνό
Φως του ξημερώματος να παίζεις
Λύρα αισθήσεων σαν αρχαία θεά και να τραγουδάς
Τον πολύβουο Μάη!

6 Μαΐου 2009

ΘΥΤΗΣ ΚΑΙ ΘΥΜΑ..

ΘΥΤΗΣ ΚΑΙ ΘΥΜΑ..

Πυροβολώ μέσα στην μνήμη μου πολλές φορές μα ξέρω
Ότι εκεί υπάρχω μοναχά εγώ..

Ποιόν να σκοτώσω; Μόνο εγώ υπάρχω..

Αν ακουστεί ένας θάνατος θα είναι ο δικός μου.. Ωστόσο
Πίσω από λόγια κρύβομαι..

Παίζω τον ρόλο του κομπάρσου σ’ ένα θέατρο ζωής
Που δεν μου ανήκει..

Γνωρίζω
Ότι στο τέλος και το θύμα θα το παίξω μιας
Και ξέρω ότι σκοτώνουνε αυτές οι σφαίρες λέξεις..

ΦΩΣ..

ΦΩΣ..

Να σκέφτεσαι μόνο- Σαν μουσική σαν νότα σαν άνεμος

Που παρέρχεται και όμως το παρόν του
Είναι ανεξίτηλο μέσα σου άγγιγμα-

Να είσαι ο μέλλοντας λόγος

Του μεστού ακριβού ειπωμένου φωτός

Το ακόμη Ανείπωτο..

Ο ΑΓΙΟΣ- ΑΠΡΙΛΙΟΣ..

Ο ΑΓΙΟΣ –ΑΠΡΙΛΙΟΣ..

Ξεχνώντας να ζω έζησα πιο βαθιά μέσα στην ποίηση-

Όλες μου οι μέρες ήτανε μέρες δακρύων-

Ένας ουρανός που μου χαρίστηκε ήταν ο αλήθεια άλλος-

Εκείνος που τον κατοικούν πουλιά και λόγια των αγγέλων..


Παντού
έβλεπα θεούς-
Γινόμουν
ένθεος


Οι λέξεις μου καμιά φορά
μύριζαν από μακριά λιβάνι


Έτσι που κάποτε μονολογώντας κι εκμυστηρευόμενος

Σ’ ένα λουλούδι με πλησίασε που ήμουν λυπημένος

Ο Άγιος-Απρίλιος..


Γλύκανε αμέσως η ψυχή και η ματιά μου…

Ο ΣΚΟΠΟΣ..

Ο ΣΚΟΠΟΣ!

Έτσι που πέφτει το φεγγάρι στα καλά νερά
Νήπιες σκέψεις γίνονται φλογέρες
τ’ ουρανού
κι αρχίζουν τον σκοπό τους

Ένα τριζόνι ροκανίζει το στερέωμα
Επίμονα

Μια γήινη ορθογραφία ακουμπά κανόνες του βουνίσιου λόγου της
Πάνω στον κάμπο αλφαβητάρι

Άλογα τρέχουν δίπλα στα νερά, άλογα επιθυμίας

Και φτερωτές αρχόντισσες των στίχων κάνουν τα προικιά της νύχτας
Με μύρια δυο πλουμίδια άστρα.

Σαν άνθρωπος που αποκοιμήθηκε μέσα στο δάσος και θα τον ξυπνήσουν τα πουλιά
Είμαι.

Οι μέρες μου όλες είναι απέραντα αφιερωμένες-

Μέσα μου πως φωτίζεται για να φανεί ο Σκοπός!

Όπως με κάνει διάφανο ο ιερός διθύραμβος της νύχτας.

Α, αγωνίες τρωκτικές, θηρία
Που μέσα μου δουλεύατε-
Τώρα σας αφαιρώ την εξουσία.

Είμαι ένας κι είμαι όλοι-

Από αρχαία κρατώ γενιά
Αδούλωτων και απροσκύνητων ονειροπόλων.

Κι αν κάτι λάμπει μέσα μου δεν είναι το χρυσίο του κόσμου είναι η σιωπή
Που ήρθε απ’ τα ορυχεία της καρδιάς μου σαν αξία
απλουστευμένη

Είναι η χαρά να ξαναβρώ μες το ξημέρωμα
Τον ήλιο που έχασα νομίζοντας θα με παρηγορήσει η νύχτα.

5 Μαΐου 2009

ΜΙΚΡΟΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΣΟΥ!

ΜΙΚΡΟΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΣΟΥ!

Οι ιδιότητες των λέξεων ξεκάνουν το αφηρημένο εγώ σου-

Ένα ειδωλολατρικό παιχνίδι φωνηέντων που δεν το ορίζεις καν-

Τα σύμφωνα απλά σκληραίνουνε ό,τι θα πεις-

Κάνουν το ένα –ένα και το δύο πιο λιγότερο-

Μέσα σε μια ακατανόητη για σένα ρητορεία..


Κι όπως επικοινωνείς με το σύμπαν
των νοημάτων- μικρός που είναι ο κόσμος σου!
και το καταλαβαίνεις-

Αφήνεις τις μεγάλες σου κραυγές να χλιμιντρούν μην ξέροντας
τα άλογα λόγια σου κατά που να τραβήξουν..

ΜΕ ΤΟΣΑ ΜΑΤΙΑ..

ΜΕ ΤΟΣΑ ΜΑΤΙΑ..

Στον ουρανό απελπισμένα πουλιά γράφοντας με την κιμωλία των σύννεφων ένα όχι-

Το απόγεμα στέκεται βαρυσήμαντο τώρα που τίποτα δεν ξέρουμε-

Που έχουμε πολλά να πούμε και πολλά από μας να αναιρεθούν-

Καλπάζοντας ο λόγος σαν ένα αφηνιασμένο αλογάκι που το απειλεί ο χρόνος.

Κι εκείνος που έλεγε: «Την φαντασία αφήστε μου, την φαντασία..»
Μέσα στις τσέπες του έκρυβε άχρηστα πράγματα:
Λεξιλόγια αρχαία που τα κουβαλούσε ολοζωής-
Τι τα θελε;

Επέμενε να γράφει με τον αλλιώτικο τρόπο που έχουν οι άνεμοι
Να ξεφυλλίζουν ένα εύρωστο ρόδο.

Τα λόγια του
Παράξενα ηχούσαν μέσα σε μια γήινη προφορική ομορφιά
Που επαγγέλλεται ασυναγώνιστα η κάθε Άνοιξη.

Δεν θα τον καταλάβαιναν- το ήξερε..

Έτσι οργάνωνε μέσα στις μοναξιές του εκείνα τα μυστήρια
Λυρικά θέατρα των ιδεών.

Κάτι φορές σαν μισοτελειωμένες παρτιτούρες
Μουσικών που λες τους πρόδωσε η ζωή.

Κι άφηνε πάντα πάνω στο τραπέζι τα γυαλιά του-

(Έτσι κι αλλιώς με τόσα μάτια που είχε να κοιτάζει
Όλα τα έβλεπε πολυδιάστατα πικρά..)
19.4.2009

4 Μαΐου 2009

ΠΕΤΑΛΟΥΔΕΣ..

ΠΕΤΑΛΟΥΔΕΣ..

Στην λάμπα γύρω πεταρίζουν τριγυρίζοντας
Παραδομένες πεταλούδες της υπομονής.

Κρατούν έναν χορό βαλσαμωμένης πια επιθυμίας.

Όπως περνούν τα χρόνια και λιγότερα πια νιώθω
Από τα μυστικά της έκπληξης-

Λιγότερα από το ξάφνιασμα που φέρνουν τα αισθήματα
Που μέσα σου πρώτη φορά ανάβουν..




Χλομά και κουρασμένα βράδια, αναμνήσεις
Ακριβές

Υψώνοντας τα λόγια μιας ποιητικής πρωτόγονης
Μεταφυσικής-

Όπως ο μέσα μου κρυμμένος νοσταλγός της άνοιξης την ξέρει…

Η ΩΡΑ ΑΝΑΒΛΥΖΕΙ ΑΡΩΜΑ ΦΡΟΝΗΣΗΣ..

Η ΩΡΑ ΑΝΑΒΛΥΖΕΙ ΑΡΩΜΑ ΦΡΟΝΗΣΗΣ..

Τίποτα απ’ την πρωινή δροσιά, την μουσική των ηλιαχτίδων, την φρεσκάδα
Του ήμερου φωτός που ακραγγίζει
Τα αψηλά βουνά και στεφανώνει
Με λαμπερές γιρλάντες την γερμένη κεφαλή τους..

Τίποτα απ’ την προσευχή
Του πουλιού που σαν καταλαβαίνει
Τον κάθετο ύμνο της Ανάστασης υψώνει
το τραγούδι του πάνω από τις ανθισμένες πασχαλιές.

Τώρα η ώρα αναβλύζει άρωμα φρόνησης..

Κι έτσι όπως αλήθεια αψηφά και η ψυχή τον εαυτό της
Η ελευθερία από μέσα δίνεται..

Που είμαστε μικροί αλλά αξίζουμε μεγάλα- ορίστε!

Ορίστε η απόφαση να υπερβούμε, ορίστε
Που ο ήρωας αναγεννάτε
μέσα μας..

Ο ουρανός έχει ένα χρώμα της φοβέρας-
Αλλά δεν σβήνεται η ελπίδα μας ποτέ..

Η νύχτα πέφτει παρασέρνοντας χιλιάδες όνειρα
Σ’ ένα κονάκι του μοναχικού που δεν το ξέρουν οι άλλοι.

Στους τοίχους του
Κλωστίτσες φεγγαροαχτίδων που καρφώνονται σαν τις χορδές
Μίας αόρατης ωστόσο λύρας..

Κι εκείνος πώς αλήθεια άλλες σημασίες
Έφτασε να κατανοεί..

3 Μαΐου 2009

ΑΠΟΛΟΓΙΣΤΙΚΟ..

ΑΠΟΛΟΓΙΣΤΙΚΟ..

Η ουτοπική χώρα των ονείρων μου με τον ανεκπλήρωτο πόθο
να κρατώ μέσα στις χώρες της επιθυμίας
μια ψυχή άφθαρτη που την θρυμμάτισαν τόσοι αιώνες

Εγώ ο μικροσκοπικός
απονήρευτος των καιρών που και πάνω μου
γράφουν όλα τα βιοποριστικά μαστίγια

Κι αφήνουν βαθιά την ουλή που δεν θα την γιατρέψει
ο παντί τρόπο επίμαχος θεός..

Σπαταλώ την πνοή μου σε μια αγωνία ιοβόλα..

Αφήνομαι να με σταυρώσουν οι της μοναξιάς μου δήμιοι..

Είναι η αυθεντική μου εκμυστήρευση:
Τίποτα δεν έχω από περιουσίες που αργότερα θα σκορπιστούν
μέσα στα χρόνια..

Αυτή είναι η ιερή μου αλήθεια: είμαι
ο σκοτεινός σοφός που αρθρώνει προσευχές πιο δύσκολες τώρα
που έφτασε πια την τέλεια άγνοια..

Τίποτα δεν θα βρω..

Έχω λησμονήσει
που είμαι, που ήμουν, που θα γίνω..

Μέσα μου απολιθωμένες οι θρησκείες
που γνώρισα..

Όλοι οι θεοί δραματικά λατρεύοντας το εγώ τους..

Βέβηλη συνουσία των ιδεών που παραφράζονται χαλώντας κάπου
στον δρόμο τα διδάγματα της ευρυθμίας..

Τι θα μπορώ να δώσω αύριο;

Για όφελος μιας ποίησης που με κρατά
δέσμιο κάθε πρωινής ιδέας..

Αλλιώτικος τώρα που μοιάζω ίδιος..

Είμαι ταπεινωμένος απ’ τα εργαλεία της πραγματικότητας..

Νιώθω βαθιά το άρωμα της ευτυχίας που ξεθύμανε-
και νοσταλγώ..


Α! παιδικές ηλικίες που σφετεριζόμουν τον θρόνο κάθε έκπληξης..

Στο μυαλό μου γράφονται με τον ξεκάθαρό τους τρόπο
οι νίκες..

Το παραμύθι αρχίζει..

Κι εγώ θα πρέπει αναντίρρητα να το ακολουθώ..
18.4.2009

70

70.

Καίνε στην μέρα:

Λουλούδια υπεροψίες του αρώματος!

Λεβάντα εκμαυλιστική!

Νάρδο αθανασίας που πλανιέται ολόγυρα!

Καθώς μετά
-την νύχτα-
Όλα τ’ αγκαλιάζει
Ένα φεγγάρι.

Σ’ αγαπώ και σ’ αγαπώ παράφορα!

Θλιμμένος, μοναχικός!

Σκέψεις κάνω
Να τον μαύρο ουρανό μου χαράζουνε..

Ιούλιος 2008

69

69.

Ξαφνικά σαν μ’ έναν κρότο η νύχτα σπάζει.

Πουλιά τρομαγμένα πετούν..
Κι ένας δισκοβόλος άγαλμα τρομάζοντας τρέχει
Προς την πλατεία,
Σε μια ονείρου γωνιά.

Στα πεζούλια μαζεύονται παιδιά.
Διεκδικούν με τα παιχνίδια τους
Από τον πλάτανο που ψήλωσε θεοτικά και τώρα κάνει
Τον μπαμπούλα εδώ..

Η νύχτα φορτώνει κι άλλο κάρβουνο στην ατμομηχανή της.

Και μ’ ένα άστρο σαν κλειδί ανοίγει αυτήν την πόρτα που ανθίζει Αγγέλους.

Εγώ-
Γράφω εγώ..

Έξω απ’ τον ύπνο, μέσα
Στην θάλασσα

Του μυαλού μου
Του κόσμου..

Ιούλιος 2008

67

67.

Με αρχαία απομεινάρια ο Ιούλιος
Τριγυρίζει μέσα σε ηλιοκαμένα σπίτια

Πλάι σε μιαν ακρογιαλιά καταμεσήμερο
Κρεμώντας στα αυτιά των δέντρων του ενώτια τζιτζίκια.

Στο κάστρο του καλοκαιριού ένας βόμβος που δύει

Όπως θα δύσει και με την σειρά του ο ήλιος

Κι η αναπόληση θα φαίνεται κοντά…

24.7.2008

65

65.

Όταν αρχίζουνε τα λόγια να λυγάνε
Φωνές πουλιών διώχνουν μακριά την νύχτα

Και ο Ιούλιος που ξεκρεμάει τ’ άρματά του
Για να παλέψει όπως ήξερε παλιά:
Για την μεγάλη ζέστα.

Γυναίκες ερωτεύονται στον κήπο
Δίπλα στα θρασεμένα τριαντάφυλλα

Τα στήθια τους σαν παφλασμός την ώρα που οι αγαπητικοί
Μπαίνουν μες το κορμί τους!


Ένας ήχος από αδέσποτο άνεμο τρώει
Μένος και μοναξιά-

Γαλάζια θάλασσα!

Ιούλιος 2008

64

64.

Σε θέλω ακόμα…
Όπως περνούν τα χρόνια και οι μέρες άγριες λέαινες
Με κομματιάζουν,
Μπουκώνουν το στόμα μου
Ώριμη θλίψη.

Λείπεις…
Όμως είσαι εδώ,
Ανάμεσα σε πεσμένα αστέρια, ευχές, κάτι
Σαν προσευχές-
Μεσάνυχτα-
Που όλα αρχίζουνε αλλιώς να σου μιλάνε.

Εδώ αρχίζει ένας έρωτας να γράφεται επάνω σε χαρτιά-

Με ποιήματα και το θλιμμένο μου αίμα..

Ιούλιος 2008

60

60.

Τόσα βιβλία ο κόσμος μου και πουθενά μια πόρτα
Διαφυγής!

Θεέ μου πού είμαι;

«είκοσι χρόνια παίζοντας, αντί χαρτιά βιβλία
Είκοσι χρόνια παίζοντας, έχασα την ζωή…»

Α, ποιητή πως τόξερες ότι θα σφάλλουμε εν τέλει!

Γυρεύοντας το πράσινο στο κόκκινο για τ’ άσπρο
Που μες το μαύρο δεν χωρά γιατί θα γίνουν κίτρινα όλα…

23.7.2008

2 Μαΐου 2009

Θ.

Θ

Mε την μελαγχολία μου ετούτη την Παρασκευή..
Το προάστιο στέκεται πολύκοσμο ,φωτεινό.

Χιλιάδες πηγαινοέρχονται απρόσιτοι-
μήτε χαμόγελο- μια σκυθρωπή ράτσα ολέθρου.
Κάθονται στα μικρά καφενεδάκια-
συζητούν πολιτικά, μαλώνουν-
η Ελλάδα είναι ένα μικρό μωρό συνέχεια λερωμένο-
μάνα κακιά Ευρώπη!

Ανοίγω τα παράθυρά μου στο έλεος του βραδιού.
Το φεγγαρόφωτο πλημμυρίζει την κάμαρα.
Διαβάζω ακούω μουσική καπνίζω.
Βαριέμαι το αγαθό του ονειροπόλου˙ κρατιέμαι

απόναν στίχο
πριν να λαλήσει τρεις ένα ανύπαρκτο κοκόρι…
8.4.1983
Ηράκλειο.

ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ..

Προφητεία

Έλα λοιπόν καλοακονισμένο μυαλό να μας τα πεις εσύ-

ποιός υπακούει και σε ποιόν;

η ζωή είναι μαγιά που φουσκώνει-

μια μέρα θα πληθύνει η ποιότητα λέω

και εγώ θα είμαι πολύ χλόινος τότε, πολύ χωματένιος..

Μέσα σ’ ένα μνήμα βαθύτερο την άνοιξη

θα μ’ ενθουσιάζουνε οι εξάψεις…


19.3.1983
Ηράκλειο

Β.

Β

Περικύκλωσα την ζωή μου μ’ένα φανατικό καθήκον από αίσθηση
και φάνηκε να ήμουν εγώ που στάθηκα τυχερός.

Αναστάτωσα τις βραδινές συνοικίες-
μεθυσμένος.

Τραγουδώντας πονόψυχα.

Όλο το φορτισμένο μυαλό μου από αίμα νεότροπο
ακολούθησε την πορεία των επαναστάσεων.

Δεν παραδέχθηκα κανέναν.

Ήτανε βράδυ πάντα και δεν είχα έναν φακό ν’ανακαλύψω
τα ποντίκια που μου τρύπαγαν τα ρούχα.

Η ιστορία τα δασκάλεψε καλά…
19.3.1983
Ηράκλειο

Α.

Α

Κουραζόμουν σε ένα σκοτεινό δωμάτιο του μυαλού:… ποιός ήμουνα;
Ο αιώνας άνοιγε τα μάτια του-
με ξυπνούσε διαβάζοντας δυνατά:
αγνός, ώριμος, πολύ πράος.
Οδηγούσε
τις λέξεις μου.

Στο ήσυχο ξημέρωμα με τα απλωμένα φορέματα των τσιγγάνων
στα συρμάτινα χωρίσματα των οικοπέδων
βγήκα να περπατήσω μέσα στον απέραντο πλούτο του ήλιου
ευτυχισμένος.
Το μεσημέρι ακολούθησε σιγά.
Τεντωμένο σαν αψιμαχία της νότας.

Κρατήθηκα από το αεράκι
και άρχισα να αγαπώ την ζωή!

ΑΜΕΤΑΘΕΤΗ ΝΥΧΤΑ..

Αμετάθετη νύχτα

Μόνο το απροσποίητο φεγγάρι κρέμεται
νέο πάν’ απ’ τις καμινάδες μέσα στην βαριά νύχτα
με αποδοχή του κρίματος ενός Άβελ ενός Κάιν
κρεμασμένους μέσα σ’αυτό το λυχνάρι που απλουστεύει
τον μεταμεσονύχτιο συλλογισμό.

Εδώ δεν είναι κανένας.
Και τελικά είναι πρόβλημα να υπάρξεις -
η ζωή έχει τόσες τρικλοποδιές
αναποδογυρίζει το αίνιγμα και βρίσκεσαι μόνος:
ένας κουτσός που συναγωνίζεται δρομείς-

Τα συλλογίζομαι όλα μες την αμετάθετη νύχτα
ζαλισμένος ακόμη από τον ήχο των ανθρώπων
σε έναν κρυωνιάρικο μήνα και φαντάρος-
οι λίγοι φίλοι άφραγκοι και κουρασμένοι.

Εδώ δεν είναι κανένας .
Μόνο ένα βουρκωμένο σπίτι που κλωτσάει τους φιλοξενούμενους,
η μουσική παίζει
μπερδεύονται τα χρώματα της νότας και
κρυφά η μελωδία σε εξουσιάζει -

Απρόσμενα σχεδόν το κρησφύγετο γεμίζει αποτσίγαρα και καπνούς…

"Καλά λοιπόν κυρά φασαρία σε κατέχω
καλά ερωτεύομαι μαζί σου
τα πίνουμε
είσαι η γυναίκα μου της βραδιάς
όπως τελειώνοντας
ένα ποίημα σου εμπιστεύομαι την στενοχώρια".

25.2.1983
Ηράκλειο

ΙΔΑΝΙΚΟ..

Ιδανικό

Μέσα στα λεκιασμένα σεντόνια ενός ύπνου εφιαλτικού με φροϋδικές προεκτάσεις και κερατωμένη κυρά- ψυχή

απόναν γιό του αρχαίου Διόνυσου που βαριέστησε μέσα στην λάμψη του αρχαίου κάλλους και σαλτάρισε μαστουρωμένος στον "απάνω κόσμο"

ντυμένος τον ζουρλομανδύα της ύπαρξης

μ’ένα σκουπιδαριό αστικό που οι κομουνιστές το κοροϊδέψαν μέσα από μία αυτοκτονική φιλολογία -

με μια πρόστυχη libido μεταεφηβική -

στο μαλλιαρό κεφάλι της απόγνωσης..

αυτό το ζαρωμένο παλιόπραμα από εμάς τους ίδιους μες την σύμπτωση της λογοκριμένης ποίησης:

Ήταν αυτή που σηκώθηκε μέσα στην ερημωμένη εγκατάλειψή της-
της είπα "σ’αγαπώ Ελένη"-
Ένας τοίχος αντήχησε,
μετά άλλος
κι άλλος ..
στη σειρά έπεσαν όλα :

Πατώματα φασιστικής ιδέας, καναπέδες έσπασαν τα πόδια τους
από χοντρόκωλους αστούς αδιαφορώντας για την πείνα του πατέρα μου.

Αυτό που κραταιώθηκε με το ζόρι γιατί έπρεπε το είχε θρέψει η παρέα μου
-μια σειρά νέοι –
τα βράδια γυρίζαμε στο σπίτι αργά-
μεθυσμένοι ψάχνοντας για το φεγγάρι μες τις τσέπες μας μ’επιμονή!...

Μέσα σ’ αυτήν την βίβλο όλο ανθισμένες τριανταφυλλιές και περίτεχνα εξώφυλλα από δέρμα καρδιάς- με βαρύγδουπη λαλιά ευαγγελιστή που σου μιλάω ξημερώματα Κυριακής γεια σου, γεια σου γυναίκα με το σμαράγδι της ωραίας καρφιτσωμένο στα μάτια σου.

Γυρίζω από την νύχτα μιας ρεμπέτικης μυθολογίας.
Περιθωριοποιημένος .
Από άγνοια βαφτισμένος μέσα στον σκοταδισμό της πολιτικής ουσίας των πραγμάτων σέρνοντας μαζί μου αυτούς που σ΄αγάπησαν σ’ ένα κιτάπι όλο στίχους κλούβιους που φυτοζωούνε-

άλλοτε δημητριακοί και άλλοτε απέραντα στείροι:
Κανένας ρυθμός.
Μόνο πέφτει λίγο χιόνι-
ίσως πάνω στα μαραμένα λόγια ενός ποιητή που είναι φτωχός και τηγανίζει αυγά.
Κάπως έτσι δεν πρόκειται να τον θυμηθεί η δόξα.
Και γιατί υπάρχεις;
Μια τάξη πραγμάτων σε αποδέχεται επαναστατικά
μέσα στο βλέφαρο του αιώνα σου να παίζεις φυσαρμόνικα..

Πρωί..

Ένας ήλιος διαλαλεί την ευτυχία του μέσα στα μακριά μαλλιά σου-

Υπάρχει
ξεφλουδισμένη ψυχή θρησκευάμενη που τσούζει από απραξία και συνείδηση φιλολογική -

Η ελληνική δημόσια ράτσα του μύθου χαροπαλεύει
στα δικαστήρια άορκων μαρτύρων
που ισχυρίζονται ένοχο τον "απαίσιο γείτονα". Θυμάσαι;

Είχε μια μικρή κορούλα αξιολάτρευτη όλο φακίδες και χαμόγελα-
τ’ απογέματα έβγαζε τα βάσανα βόλτα -
σε μια ηλικία κατόρθωσε να έχει υπαρξιακά προβλήματα τεντωμένα:
καπνός, καφετέρια, κακός εραστής… Αυτοκτόνησε
μέσα στο όρθιο πρόβλημα της μοναξιάς της.

Βούισαν ξέφρενα μέσα στο λερωμένο μυαλό μου από αλκοόλ
και ψυχικά απωθημένα τα προβλήματα του κοσμάκη..

Άγχος..

Η ανεργία τσιρίζοντας-
Μια κόλα χαρτί έχοντας μας τυλίξει..
Είμαστε χέρια πόδια και κουτσό μυαλό..

Μέσα στα μακρινά εργατικά οράματα ωριμάζει
ο ορυμαγδός της αίσθησης –

η συνείδηση που καγχάζει –

μια μεροκαματιάρικη ηθική
συνοψίζεται με θρησκευτική ευλάβεια στον άρτο και τον οίνο –

Η οικογένεια πεινάει…
Όχι θεάματα…

‘Ελα λοιπόν:

βολτάρουμε στο σκοτεινό αλσύλλιο του μυαλού με
ένα άγριο βλέμμα φονικό τονίζοντας τις λέξεις "μου λείπει" -

γίνεται φασαρία

αδειάζουν τσέπες και η εξαγριωμένη όψη του συνδικαλιστή
φωνάζει "Αμερική ώ Αμερική απαίσια.."

Φρεναρισμένη ευτυχία πάνω στην καρδιά μου…

Ο θεός κοιτάζει απορημένος.

Καυτηριάζονται από τον πόνο οι φταίχτες του σήμερα –

Καφενέδες υπερτοπικοί με απένταρους μάγκες που καπνίζουνε σέρτικα…

Έλα λοιπόν έλα λοιπόν Ελενίτσα…
το σπίτι μας κρυώνει -
ποιός πληρώνει το νοίκι;

Είμαστε αφιλόξενοι οι άγγελοι της πιο ψυχοπονιάρικης θρησκείας μωρό μου…


24.2.1983
Ηράκλειο

ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ..

ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ..

Πέφτει η μέρα μέσα στην ζωγραφική
Του φωτός.

Χιλιάδες πουλιά
Σε μια χαμηλή πτήση προειδοποίησης- ίσως θα βρέξει.

Κρατώ μιαν άδεια υδρία.

Ένας αρχαίος ναός ρημαγμένος δεσπόζει.

Κίονες και σπασμένα μάρμαρα ανάμεσα στην ανοιξιάτικη
Χλόη.

Ο χρόνος σέβεται.

Πρέπει να ξέρεις που σε πάει.

Θέλει δουλειά μαέστρου:
Να συγχρονίζεις τα έγχορδα με τα πνευστά
Αισθήματα..

Μετά τι απομένει;

Να δεις που θα γυρίσουν όλα όπως δεν τα φανταζόμαστε.

Θα φανεί ότι λιποψυχούμε.

Όμως πάντα μέσα μας κάτι θα λάμπει.

Σαν να επιστρέφουμε σε μια αρχέγονη νεότητα:

Ήμασταν άλλοι και γινόμαστε άλλοι..

Με εικόνες θα σκέφτομαι, με φωνές πουλιών
Και με άστρων γιρλάντες…

ΕΣΥ..

ΕΣΥ..

Όταν είσαι το βράδυ εδώ– ραγίζεται ξαφνικά ο χρόνος
Και χωράς μέσα σε μένα και μέσα στο γύρω παντού
Σαν ένα μικρό μυστικό που υπάρχει μες τα μυαλά των λίγων που καταλαβαίνουν.

Είσαι εκεί με το άσπρο σου φόρεμα σαν κάτι
Να σε αποσπά απ’ το όνειρο
-Λέξη ή ποίημα- και να το κρατώ
Πολύτιμο μες την ματιά μου..

Θα με ξέρεις άραγε ποτέ εσύ
Που είσαι άτρωτη απ’ όλες τις βολές του χρόνου;

Που είμαι εγώ σαν ένα ξεχασμένο βότσαλο μικρό στα πόδια
Μιας πικροκυματούσας θάλασσας..

Λάμπεις και φεύγεις- λάμπεις
Μια μέσα στο ποίημα μου και μέσα στα μάτια μου μια-

Ακυρώνοντας την στιγμή που περνά και πάλι εσύ
Δημιουργώντας την, φέρνοντας πίσω
Το θείο ιερό σου δευτερόλεπτο..

Να σε δω μες το αχνό
Φως του ξημερώματος να παίζεις
Λύρα αισθήσεων σαν αρχαία θεά και να τραγουδάς
Τον πολύβουο Μάη!

1 Μαΐου 2009

ΟΠΟΙΟΣ ΚΟΙΤΑΖΕΙ ΜΕΣΑ ΜΟΥ..

ΟΠΟΙΟΣ ΚΟΙΤΑΖΕΙ ΜΕΣΑ ΜΟΥ..

Βαριοί ουρανοί της πόλης νεφελώδεις, αμετάφραστοι
Τα πουλιά πετούν ξύνοντας την κοιλιά σας,
Κανένα φως στα δέντρα, άνεμος σείει τα φύλλα τους
Ακόμα πιο τιποτένιο το λίγο που ξέρω-
Όποιος κοιτάζει μέσα μου μια θλίψη κοιτάζει.

Και το φαρμάκι των στιγμών που λες καρφώθηκαν
Όπως στιλέτα σε ένα σαρακοφαγωμένο ξύλο
Του καιρού-
Χωρίς όνομα πλέον , μ’ έναν ρυθμό
Συγκρατημένο ρυθμό και βραδιάζει..

Πάνε τα γιασεμάκια μου, τα σώματα πάνε
Που ήταν νέα κι ερωτεύτηκαν
Παράφορα μέσα σε μία ηλιαχτίδα-

Τώρα έχουν απομακρυνθεί τα παιδιά, οι γειτονιές
Που ξέραμε χάλασαν,
Κλειδαμπαρώνεις την πόρτα σου, φοβάσαι
Κρύβεις την ψυχή σου μα δεν θα την βρίσκεις
ύστερα. Στο φως

επιπλέουν όνειρα ανεκπλήρωτα-
Ανεπίδοτο έμεινε το ποίημα..

Άραγε τι υπερασπίζομαι στάζοντας αίμα
λέξεων και θλίψη αγγέλου;

ΔΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑΣ..

ΔΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑΣ..

Κλείνω τα μάτια κι έρχεται όπως συμπέρασμα:
Δεν θέλει νου η εποχή- να ξέρεις

Να φυλάς τις αντιρρήσεις σου σαν καλοδιατηρημένες
μέσα σου αυταπάτες
ότι ο κόσμος θα αλλάξει- το μπορεί..

Και θα είσαι πάλι ο ένας
ο μοναχικός που κλεισμένος σε μια κάμαρα θα ονειρεύεται να μην πεθάνει
αυτή η γλώσσα που ανασαίνει αίμα τραγωδίας……

Η νύχτα σαν σημαντική θεότητα με καθορίζει
«παις ειμί γας και ουρανού αστερόεντος…» Α! ύμνε
σε μια φύση που μια μέρα θα εκδικηθεί..

Πού πάμε οι άνθρωποι;
Πώς θ’ ακουγόμαστε στο μέλλον;

Και πόσα ποιήματα να πω να φέρουν μία σωφροσύνη τόση που
να φύεται αγέρωχο το δέντρο της ευαισθησίας;..

ΜΙΚΡΟΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΣΟΥ!

ΜΙΚΡΟΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΣΟΥ!

Οι ιδιότητες των λέξεων ξεκάνουν το αφηρημένο εγώ σου-

Ένα ειδωλολατρικό παιχνίδι φωνηέντων που δεν το ορίζεις καν-

Τα σύμφωνα απλά σκληραίνουνε ό,τι θα πεις-

Κάνουν το ένα –ένα και το δύο πιο λιγότερο-

Μέσα σε μια ακατανόητη για σένα ρητορεία..


Κι όπως επικοινωνείς με το σύμπαν
των νοημάτων-
μικρός που είναι ο κόσμος σου!

και το καταλαβαίνεις-

Αφήνεις τις μεγάλες σου κραυγές να χλιμιντρούν μην ξέροντας
τα άλογα λόγια σου κατά που να τραβήξουν..

ΜΕ ΤΟΣΑ ΜΑΤΙΑ..

ΜΕ ΤΟΣΑ ΜΑΤΙΑ..

Στον ουρανό απελπισμένα πουλιά γράφοντας με την κιμωλία των σύννεφων ένα "όχι"-

Το απόγεμα στέκεται βαρυσήμαντο τώρα που τίποτα δεν ξέρουμε-

Που έχουμε πολλά να πούμε και πολλά από μας να αναιρεθούν-

Καλπάζοντας ο λόγος σαν ένα αφηνιασμένο αλογάκι που το απειλεί ο χρόνος.

Κι εκείνος που έλεγε: "την φαντασία αφήστε μου, την φαντασία.. "
Μέσα στις τσέπες του έκρυβε άχρηστα πράγματα-
Λεξιλόγια αρχαία που τα κουβαλούσε ολοζωής-
Τι τα θελε;

Επέμενε να γράφει με τον αλλιώτικο τρόπο που έχουν οι άνεμοι
Να ξεφυλλίζουν ένα εύρωστο ρόδο.

Τα λόγια του
Παράξενα ηχούσαν μέσα σε μια γήινη προφορική ομορφιά
Που επαγγέλλεται ασυναγώνιστα η κάθε Άνοιξη.

Δεν θα τον καταλάβαιναν- το ήξερε..

Έτσι οργάνωνε μέσα στις μοναξιές του εκείνα τα μυστήρια
Λυρικά θέατρα των ιδεών.

Κάτι φορές σαν μισοτελειωμένες παρτιτούρες
Μουσικών που λες τους πρόδωσε η ζωή.

Κι άφηνε πάντα πάνω στο τραπέζι τα γυαλιά του-
Έτσι κι αλλιώς με τόσα μάτια που είχε να κοιτάζει
Όλα τα έβλεπε πολυδιάστατα πικρά..
19.4.2009

ΚΑΡΝΑΒΑΛΙΣΤΗΣ..

ΚΑΡΝΑΒΑΛΙΣΤΗΣ..

Κατορθώνω να διασώσω μόνο μία ηχώ
Μακρινών λέξεων που έρχονται από πού δεν ξέρω-

Και ανεβαίνω πάλι σε μια μνήμη που τα σκαλοπάτια της
Με οδηγούν σε έναν πιο ψηλό ουρανό

Τόση περιπλάνηση μέσα στις λέξεις
Σχεδόν μια εμμονή σου αφήνει - είσαι
ο κατατρεγμένος των νοημάτων
και των ιδεών που, ενώ σου δίνονται, άπιαστες είναι..

-όπως ο αέρας που νομίζεις πως τον έχεις και εκείνος πάει- έφυγε.

Τουλάχιστον στο αποτέλεσμα έμειναν κάποιοι στίχοι που ενώ
σου ανήκουν
ανήκουν κι όμως σ’ όλους:

Αυτό είναι δικαίωμα του κόσμου πάνω σου-

Είναι οδύσσεια που την υφίστασαι με εθελούσια στάση
Υποταγής και ανταπόδοσης

Εσύ ο καρναβαλιστής των γεγονότων!

ΘΑΥΜΑΤΟΠΟΙΕ ΤΩΝ ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΩΝ..

ΘΑΥΜΑΤΟΠΟΙΕ ΤΩΝ ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΩΝ..

Έτσι όπως με ραγίζουν οι θλίψεις της νύχτας
είμαι ένας εαυτός κατακερματισμένος

Ποτισμένος δηλητήρια λησμονιάς- τι να ξεχάσω;

Όλα μου δόθηκαν απ’ την ανάποδη- η καλή τους όψη
δεν μου χαρίστηκε..

Είχα αρχίσει ν’ απελπίζομαι…Ώσπου
οι λέξεις
με νανούρισαν γλυκά
σαν ο αέρας
ανάμεσα στα φύλλα ενός γέρικου πλάτανου.

Θροΐζοντας μέσα μου ήρθε η ποίηση..
Κατάλαβα το φως της όπως
μες τον αέρα υπάρχει- κι όμως
ακατανόητη αν δεν πιστεύεις, η ψυχή..

Πλωτίνε της νιότης μου, θαυματοποιέ
των αποκαλύψεων..

Α! πόσο ζήτησα να είμαι ένα τραγούδι θάλασσας
που να φέρνει τον φλοίσβο στο αυτί μοναχικού ταξιδευτή
των ποιητικών αιτιάσεων..

Ετικέτες

Αρχειοθήκη ιστολογίου