...

...

ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΙ ΜΟΥ..

31 Ιουλίου 2012

Ο Αύγουστος είναι ατίθασος σαν άλογο





Επαναφέρω την βασιλεία των πουλιών και τον κροίσο Ιούλιο
που ξεψυχά αφήνω να συντελέσει το θαύμα του

Στον αφρό της σκέψης όλα τελούνται- σαν
να καταγράφονται σε μια δεύτερη γραφή
καθ’ όλα αόρατη και εμπεριστατωμένη
μες την αιωνιότητα.

Ο Αύγουστος είναι ατίθασος σαν άλογο κι η χαίτη του
κάτω απ’ τα κλαδιά των δέντρων ανεμίζει
χύνοντας λάβα και φως πάνω στον μύθο του συνόλου

Των πραγμάτων που δεν πραγματώνονται. Τότε
που η ιστορία είναι ένα κέρδος για αυτούς που την διαβάζουνε ανάποδα:
από θεού μεριά..

Στα χωριά των πόθων γδύνονται βιαστικά τα κορίτσια και οι θηλές
από τα στήθια τους πυροβολούν μες το άπειρο

Που αλλάζει χρώμα και γίνεται
ναυσιπλοΐα στο στήθος των ανεξερεύνητων ωκεανών..

      31.7.2012





Η νύχτα είναι συνομωσία





Η νύχτα είναι συνομωσία καλπάζουσα αίγλη
Σκότους κι αινίγματος.

Και περί ου ο λόγος
Άνθρωπος που κοιτάζει προς τον ουρανό και ντύνει
Μετάξι τα όνειρά του-

Ονειροπολεί γιατί ο εγωισμός του δεν τελειώνει
Ανάμεσα στις πράξεις των θνητών-

Έχει ένα στίχο
Στα χείλη του· τον προφέρει
Όπως να νοιάζεται μην ραγίσει το Εύθραυστο-

Και καπνίζει

Ήσυχος σαν να σκέφτηκε
όμορφα κι έφτασε κάπου

Όπου ο πληθυντικός των πραγμάτων απορροφά
τον φιλέρημο ενικό του..

             30.7.2012






30 Ιουλίου 2012

Για να σε κοιμήσω μέσα μου σαν ένα παιδί που μετράει τ’ άστρα




Για να επαληθεύσω τα φιλιά σου
Άφησα τα σύννεφα να μιλήσουν υδάτινα
Άκουσα τις παντομίμες των κεραυνών
Για να υψιπετώ μες των ονείρων τις αποδράσεις
Ακολούθησα τον δρόμο που μου παρήγγειλλες
Θεατής κι οπαδός της ωραίας καρδιάς σου
Για να σε κοιμήσω μέσα μου
σαν ένα παιδί που μετράει τ’ άστρα
Και γαλουχήθηκε με την γαλήνη των ουρανών
Για να είμαι εσύ και να είσαι εγώ
Άστρο το άστρο σε πήγα μες τον ατέλειωτο ώριμο γαλαξία..

 


Διασταυρώνονται τα ξίφη των ημερών και διαρκεί εμπειρικά ο Αύγουστος




Διασταυρώνονται τα ξίφη των ημερών και διαρκεί εμπειρικά ο Αύγουστος

Μετά,
πάντα τελειώνοντας την λαύρα φωνή του,
οι εξάψεις του κινούν τα νήματα της κάψας

Σε όλα διαφεντεύει ο πυρακτωμένος αιώνας

Καμιά θρησκεία δεν υπήρξε ποτέ των φτωχών

Στην πράξη όλοι οι άγγελοι είναι δοσίλογοι

Κουράστηκαν στην τιμιότητα του λιβανιού και αποζητούν τον αψύ αέρα της θύελλας

Τα φτερά τους κάνουν τα σύννεφα να φοβούνται μες τον ουρανό να υποταγούν

Η ποίηση σχηματίζει έναν κλοιό από λόγια που κόβουν σαν αστραφτερά μαχαίρια

Το παρόν την ηθική και το μέλλον μας...




29 Ιουλίου 2012

Η γραμματική του καλοκαιριού είναι μια ζέστα ανυπόφορη


Ανατολικά οι κηπουροί τεντώνουν λευκό πανί
Πάνω από τις διψασμένες ντοματιές και δυσμικά
Που η θάλασσα τρώει τα ψηφία του μεσημεριού με μανία
Η γραμματική του καλοκαιριού είναι μια ζέστα ανυπόφορη
Που ιδρώνει το κούτελο των ηλιοκαμένων ψαράδων.

Κάτω από την τραγιάσκα των αμπελώνων
Μυρίζει ωραία το τρανό σταφύλι του Αυγούστου.

Συμπάθεια η κοίλη γη με το κελάρυσμα των νερών.

Ευθυδικία οι πρωραίες ευχές του ανθρώπου
Συναντούν την κατάφαση των ηλιαχτίδων
Κι ο θάνατος είναι υπόθεση που δεν μας αφορά.

Κλέβω απ’ όλες τις ανταύγειες των χρωμάτων
Συλλέκτης επικής γαλήνης
Και οσμίζομαι πού παν’ να καταλήξουνε αυτά τα λόγια
Που δεν τα ορίζω μα μου τα υποβάλλουνε
Οι μάγγισες πυθίες του θεού.

Αν φύγω απ’ όλα ίσως καθιερωθώ μες την αναπνοή των ελαιώνων
Που ζωγραφίζουν ασημοφαιά και θαλασσάχραντη
την όμορφη κοιλάδα..

             29.7.2012



ΣΥΝΤΥΧΙΑ ΤΟΥ ΤΟΠΙΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΧΙΜΑΙΡΑ..




Οι μέρες γεμίζουν μπαρούτι καλοκαιριού
Τονίζονται αναγκαστικά στην λήγουσα και χλιμιντρούν
Σαν άλογα αφηνιασμένα που τα γκέμια τους
κοντεύουν να κοπούν απ’ την προσπάθεια
Να φτάσουν τον ήλιο.
Χλευάζουν την ηρεμία του τοπίου μιας
Και η νηφαλιότητα δεν τους ταιριάζει μόνο
Βαριανασαίνουν τσακίζοντας τα κλαράκια των μικρών πεύκων
Που φύτρωσαν στην πέρα πλαγιά.
Οι προγάστορες άνεμοι σπέρνουν το ντελίριο της ψυχής τους
Σχεδόν ως την θάλασσα, εκεί που
Η ακτογραμμή συντρίβεται βίαια
μες του απογεύματος την ιστορία.
Κοντά στα δέντρα λογαριάζονται τα κέρδη των πουλιών-
Μικροί κελαηδισμοί που τρυπούν το χιτώνιο των σύκων
Και βαραίνουν με γλύκα σακχάρεως την σιωπή
προ του απογευματινού ύπνου.
Τα δευτερόλεπτα ταριχεύουν την σοφία των μυρμηγκιών
Και για τους τζίτζικες μένει μια άξεστη μονοτονία μπάντας
να κανοναρχεί πάντα sτον ίδιο σκοπό.
Αλλού γι’ αλλού στοχεύουνε α χελιδόνια.
Η πέτρα σύναξε θανατερή ζέστα και την απίθωσε
στην γη που τρέμει από τον πυρετό της.
Βλέπω το κάρβουνο στα έγκατά της να ωριμάζει λάβα που έρχεται.
Τα μάτια  μου πηδούν όπως πυγολαμπίδες.
Φέτες φεγγαριού μετά απλώνει η νύχτα
Στον ουρανό και τινάζουν τα λευκά σεντόνια τους οι μέλισσες των ονείρων.
Γράφω σαν να πεθάνω κιόλας αύριο.
Παρά την εκκλησία που την κατοικήσανε ολόγυρα
αδέσποτες πεταλούδες.
Τα φρούτα τρίζουν το βράδυ και γίνονται γιγάντιοι κρατήρες
Απ’ όπου σταλάζει νέκταρ η χοϊκή ομορφιά.
Ανάμεσα στους κάμπους τ’ ουρανού μόνος κατάμονος θυσιάζομαι!


Λαγαρό πρωί σαν οι ζέστες να το σχημάτισαν από διάπυρη ύλη

 








Λαγαρό πρωί σαν οι ζέστες να το σχημάτισαν από διάπυρη ύλη
Και στην παλάμη του αέρα να σκύψανε
μιλιούνια πουλιά
Να βρουν τον επίγειο μύθο τους.

Στέκονται πλάι στα λόγια τα αισθήματα
Κι οι ώρες του μεσημεριού καγχάζουν
Αδυσώπητη λάβρα.

Νομοτέλεια του Αυγούστου στις φυστικιές να αρέσει
Και στους ψηλούς ευκάλυπτους
που βροντάν τ’ άρματά τους
περί την ελευθερία του κόσμου τυρβάζοντας.

Σκηνικό θεατρικό καλοκαιρινού πολέμου
Λίγο πριν τα μελτέμια πνεύσουν μένος και χολή
Πάνω στην ράχη της μεγάλης πεδιάδας.

Απ’ τους ποιητές που κατάγομαι πήρα οξεία φωνή
Και ξίφος που καταλύει καθετί θλιμμένο και γόρδειο.








Να σου πω κάτι φεγγαρένιο κι ας με σκοτώσει η λάμψη των χειλιών σου




Να σου πω κάτι φεγγαρένιο κι ας με σκοτώσει η λάμψη των χειλιών σου

Να σου πω κάτι πολύτιμο       από κείνα
Που διαβουλεύονται οι ποιητές κρυφά με τον Θεό κι εκείνος
δεν τους παραδίνει τα μυστικά των λουλουδιών που έπλασε
Από μύρο ψυχής κι από σύννεφο..

Κατοικώ ένα σύμπαν από πυρακτωμένα αισθήματα
Ζω την έκρηξη
Των πλανητών του πάθους
Εκστατικός να με καταβροχθίζει η σιωπή
Κι ιεροφάντης στην αγάπη..

Οι νύχτες
ξεκαρφώνονται απ’ το στερέωμα και πέφτουν σιμά μου
Τις απομαγνητίζω και ζω μες απ’ τα στιλπνά μάτια τους
Ονειροπόλος που κομίζει νέες κοσμοθεωρίες
στον φθαρμένο ντουνιά.

Ποιώ σύνεση μην ανήκω
Πουθενά παρά μόνο στης Αλήθειας τα τάγματα

Πικραμένος απ’ τις κακεντρέχειες των ανθρώπων
Ρήτορας μιας παράξενης γαλήνης.

Φωνασκώ και μες τον νου μου πλημμυρίζει η θάλασσα
Γήινους κάμπους που θα έρθει ένα περίεργο πλοιάριο
Ονείρου να δεσπόζει πάνω από το τετριμμένο και που θέλει
να αναιρεθεί του κόσμου η μικρότητα κι άλλο ακόμα..



28 Ιουλίου 2012

άφησε ένα άστρο να φέρει σε οργασμό τον ουρανό.



Μετά τα μεσάνυχτα
άφησε ένα άστρο να φέρει σε οργασμό τον ουρανό.

Πόσο δύσκολα αγαπάμε, πόσο δύσκολα
υπερπηδούμε την τελεία
παρακάμπτοντας  το ληστρικό μας ·εγώ·..

Τώρα που ξέρω πόσες νομοτέλειες
πανάλαφρης πεταλούδας χωρά η μέρα, τώρα
δέομαι να γεμίσει οίνο το σαρκίο μου
και να σωθεί σαν από ανάγκη στις καρδιές
των αθώων το γραμμένο μου..

Τώρα ξέρω τι είναι να κοιτάζω τα ωραία σου μάτια
και να ιππεύω το απαρέμφατο που διαρκεί
κάνοντας την αγάπη μου κοφτερά τελεσίδικη!

                                                                       23.7.2012

Θα σε κλέψω μια μέρα από τον μακρινό οντά σου..




Θα σε κλέψω μια μέρα από τον μακρινό οντά σου..
Τα καλαμπόκια θα λυγιόνται στον ήλιο
οι σιταρίθρες θα τινάζουν τα πουπουλένια φτερά τους
κι η κάψα μου θα είναι τρανή.
Μια μέρα θα σε κλέψω από την ανάγνωση που φλυαρεί πάνω στα κείμενα
θα σβήσω τα σχόλια της φιλαυτίας σου
και θα σου αφήσω μες τα χέρια ένα βότσαλο στιλπνό.
Μια μέρα θα σου δείξω πώς ζουν οι μύστες του φεγγαριού χωρίς ελπίδα.
Η πέτρα είναι σκληρή· φιλοσοφεί
σωστά μες το τοπίο
χωρίς αίμα
μόνο μια λίθινη αναπνοή· κάτι
σαν ο εαυτός σου πριν καν γεννηθεί
ευδόκιμο ωάριο δύσκολου πόνου.
Θα σκοτεινιάσουν οι αρετές σου αλλά εγώ
θα ξέρω να στρέψω στο φως
τα μάτια σου κι εκείνη
η βραχνή φωνή που μου λέει καλημέρα
θ’ αποκαταστήσει τις ευρηματικές ψηφίδες μου.
Μια αναπνοή θα συντελεστεί το θαύμα
και η φαντασμαγορία των λέξεων θα σταθεί
λίγη να καλουπώσει ορατά
την ατίθαση ομορφιά σου!

                                                           23.7.2012


Ιδανικό ή το φάντασμα του Μαγιακόφσκι..


 
Μέσα στα λεκιασμένα σεντόνια ενός ύπνου εφιαλτικού με φροϋδικές προεκτάσεις και κερατωμένη κυρά- ψυχή

απόναν γιό του αρχαίου Διόνυσου που βαριέστησε μέσα στην λάμψη του αρχαίου κάλλους και σαλτάρισε μαστουρωμένος στον "απάνω κόσμο"

ντυμένος τον ζουρλομανδύα της ύπαρξης 

μ’ένα σκουπιδαριό αστικό που οι κομουνιστές το κοροϊδέψαν μέσα από μία αυτοκτονική φιλολογία -

με μια πρόστυχη libido μεταεφηβική -

στο μαλλιαρό κεφάλι της απόγνωσης..

αυτό το ζαρωμένο παλιόπραμα από εμάς τους ίδιους μες την σύμπτωση της λογοκριμένης ποίησης:

Ήταν αυτή που σηκώθηκε μέσα στην ερημωμένη εγκατάλειψή της  
της είπα "σ’αγαπώ Ελένη"-
Ένας τοίχος αντήχησε,        
μετά άλλος        
κι άλλος ..         
στη σειρά έπεσαν όλα :

Πατώματα φασιστικής ιδέας, καναπέδες έσπασαν τα πόδια τους
από χοντρόκωλους αστούς αδιαφορώντας για την πείνα του πατέρα μου.

Αυτό που κραταιώθηκε με το ζόρι γιατί έπρεπε το είχε θρέψει η παρέα μου
-μια σειρά νέοι –
τα βράδια γυρίζαμε στο σπίτι αργά
μεθυσμένοι ψάχνοντας για το φεγγάρι μες τις τσέπες μας μ’επιμονή!...

Μέσα σ’ αυτήν την βίβλο όλο ανθισμένες τριανταφυλλιές και περίτεχνα εξώφυλλα από δέρμα καρδιάς- με βαρύγδουπη λαλιά ευαγγελιστή που σου μιλάω ξημερώματα Κυριακής γεια σου, γεια σου γυναίκα με το σμαράγδι της ωραίας καρφιτσωμένο στα μάτια σου.

Γυρίζω από την νύχτα μιας ρεμπέτικης μυθολογίας.
Περιθωριοποιημένος .
Από άγνοια βαφτισμένος μέσα στον σκοταδισμό της πολιτικής ουσίας των πραγμάτων σέρνοντας μαζί μου αυτούς που σ΄αγάπησαν σ’ ένα κιτάπι όλο στίχους κλούβιους που φυτοζωούνε-
άλλοτε δημητριακοί και  άλλοτε απέραντα στείροι:
Κανένας ρυθμός.
Μόνο πέφτει λίγο χιόνι              
ίσως πάνω στα μαραμένα λόγια ενός ποιητή που είναι φτωχός και τηγανίζει αυγά.
Κάπως έτσι δεν πρόκειται να τον θυμηθεί η δόξα.
Και γιατί υπάρχεις;
Μια τάξη πραγμάτων σε αποδέχεται επαναστατικά
μέσα στο βλέφαρο του αιώνα σου να παίζεις φυσαρμόνικα

πρωί  

ένας ήλιος διαλαλεί την ευτυχία του μέσα στα μακριά μαλλιά σου-

υπάρχει

ξεφλουδισμένη ψυχή θρησκευάμενη που τσούζει από απραξία και συνείδηση φιλολογική -


η ελληνική δημόσια ράτσα του μύθου χαροπαλεύει
στα δικαστήρια άορκων μαρτύρων
που ισχυρίζονται ένοχο τον "απαίσιο γείτονα".    Θυμάσαι;
Είχε μια μικρή κορούλα αξιολάτρευτη όλο φακίδες και χαμόγελα

τ’ απογέματα έβγαζε τα βάσανα βόλτα -

σε μια ηλικία κατόρθωσε να έχει υπαρξιακά προβλήματα τεντωμένα:
καπνός, καφετέρια, κακός εραστής…             αυτοκτόνησε
μέσα στο όρθιο πρόβλημα της μοναξιάς της.
Βούισαν ξέφρενα  μέσα στο λερωμένο μυαλό μου από αλκοόλ
και ψυχικά απωθημένα τα προβλήματα του κοσμάκη

άγχος

η ανεργία τσιρίζοντας
μια κόλα χαρτί έχοντας μας τυλίξει 
είμαστε χέρια πόδια και κουτσό μυαλό
μέσα στα μακρινά εργατικά οράματα ωριμάζει
ο ορυμαγδός της αίσθησης -
η συνείδηση που καγχάζει -
μια μεροκαματιάρικη  ηθική
συνοψίζεται με θρησκευτική ευλάβεια στον άρτο και τον οίνο -
η οικογένεια πεινάει…
Όχι θεάματα..,

‘Ελα λοιπόν:
βολτάρουμε στο σκοτεινό αλσύλλιο του μυαλού με
ένα άγριο βλέμμα φονικό τονίζοντας τις λέξεις "μου λείπει" -         
γίνεται φασαρία
αδειάζουν τσέπες και η εξαγριωμένη όψη του συνδικαλιστή
φωνάζει "Αμερική ώ Αμερική απαίσια.." 
φρεναρισμένη ευτυχία πάνω στην καρδιά μου.
Ο θεός κοιτάζει απορημένος.
Καυτηριάζονται  από τον πόνο οι φταίχτες του σήμερα -
καφενέδες υπερτοπικοί  με απέραντους μάγκες που καπνίζουνε σέρτικα -
έλα λοιπόν έλα λοιπόν Ελενίτσα…
το σπίτι μας κρυώνει -
ποιος πληρώνει το νοίκι;
είμαστε αφιλόξενοι οι άγγελοι της πιο ψυχοπονιάρικης θρησκείας μωρό μου…


                       24.2.1983
                       Ηράκλειο

27 Ιουλίου 2012

Ό,τι πράττω, με ξεπερνά.




Ο ήλιος ακονίζει δόντια έξω από τα Φιλιατρά.
Μια σκεπτική μέρα και καμώνεται τάχαμου την αδιάφορη σε όλα η Κυπαρισσία.
Τα καρπούζια σαπίζουν στα χωράφια.
Οι ελιές έχουν συντροφική άποψη.
Στους Γαργαλιάνους σταθμεύει μια ηρεμία αδέκαστη
Και κάνει νηφάλιο τον καθένα.
Ωραία που είναι!
Μια επική στιγμή της ποίησης που εξαργυρώνεται με ήλιο μεσσηνιακό.
Ό,τι ζω πράττω.
Ό,τι πράττω, με ξεπερνά.
Μόνο η αλήθεια μου είναι κηπευτική
Και μεγαλώνει μες τα περιβόλια
Σαν τις κατακόκκινες ντομάτες..

                                                     25.7.2012


Άφησα ελεύθερη την ταπεινή μου καρδιά!



Ανάμεσα στο παρόν και το μέλλον
το αχνάρι σου πεταλούδα που ζει την ελευθερία σε πλάτος
διαρρηκτής της ομορφιάς.
Τα τιμαλφή σου
λόγια για λόγια κι άλλα λόγια
συναντάν την αιωνιότητα σαν έναν σταθμό
σιδηροδρομικό χωρίς σταθμάρχη
που τα βαγόνια της φαντασίας τέμνονται
όπως επάνω απ’ το κεφάλι μου
ετούτες οι τεγίδες
και τα καδρόνια του κυπαρισσιού που σχεδόν λαγοκοιμάται.
Την άλλη ώρα που ταξίδευα ο ήλιος της Μεσσηνίας δάγκωνε τόσο
και το πηγούνι των βουνών έτριζε από μένος του κρυφού νερού.
Έσωσα ό,τι μπόρεσα:
σαν εικόνα σαν ήχο σαν έκπληξη..
Παγίδεψα την δημητριακή σιωπή
της γης κι είδα την γονιμότητα
να συγκρατεί μετά βίας τις εκλεκτές ελιές
και της καρυδιάς την ανάσταση.
Το μελάνι μου φλυαρούσε πάντοτε τόσο!
Στα χωράφια τα καρπούζια που δεν ευτύχισαν σάπιζαν
των πουλιών βορά και του χώματος κυκλική επιστροφή.
Άφησα ελεύθερη την ταπεινή μου καρδιά!

                       Γαργαλιάνοι  25.7.2012


25 Ιουλίου 2012

ΝΥΧΤΕΣ ΞΕΚΟΥΡΔΙΣΤΕΣ ΕΡΩΤΩΝ


Η βιβλιοθήκη απαγγέλει τίτλους βιβλίων.

Το τραπέζι με χαρτιά ανακατωμένα
κοροϊδεύει την θλίψη σου-

Σκούρα είναι τα έπιπλα των αισθημάτων·

και πιο βαρύτερο το χρώμα της ψυχής
που παίζει με μελαγχολίες στην καρδιά σου-

Πού να το υποψιαστείς ότι με τόσο γύρω σου σκοτάδι
ξάγρυπνος θα ζητάς προθέσεις κι αυταπάτες.


Αν σ’ αγγίξω χάνεσαι,
αν σε πω διαφεύγεις

και χάνεσαι μέσα στις ξεκούρδιστες νύχτες
που οι πένες των άστρων αγκυλώνουν το σώμα μου
με αγκάθια ερώτων!


24 Ιουλίου 2012

Στοίχημα δυο φιλιά




Στοίχημα δυο φιλιά ότι πονάει η καρδούλα σου
Στα μάτια σε κοιτώ και λάμπεις
Λούζονται τα μαλλάκια σου
σε ελευθερίες ανέμου
Ο τόκος για τα χτυποκάρδια μου
Θα είναι δυο λογάκια από σένανε μελένια.

Στοίχημα ότι δεν πας κατά τον τρόπο αυτής της εποχής
Στοίχημα ότι ζω πια για να φτιάχνω μύθους
Κι όπου θα σε αγγίξω θα καείς
Κι όταν θα σε φιλήσω πια δεν θα πεθάνεις..


Διαλέγω το φως και τον άνεμο



Διαλέγω το φως και τον άνεμο κι ίσως
Ένα φεγγάρι γυμνό
Σαν νόμισμα αρχαιοελληνικό που θα ‘λεγε κι ο ποιητής.
Διαλέγω την οξύθυμη πόλη που κουρνιάζουνε μέσα της
Εκατομμύρια ανθρωπάκια φοβισμένα που ψάχνουν
Λιγοστά τετραγωνικά ασφάλειας να σουλουπώσουν τα άγχη τους.
Όταν κατάλαβα ότι μου απειθεί η ζωή
ζήτησα την μακρινή κουβέντα του παππού μου
Και μες από τα μάτια του είδα
τις λεμονιές
Που αγαπούσε να ψηλώνουν ευτυχισμένες μες τον αέρα.
Και τις πολυόμματες τριανταφυλλιές που συνηθούσε
Να χαϊδεύει καθώς περνούσε ερχόμενος
απ’ την δουλειά πριν ανάψει τσιγάρο
και θελήσει τον καφέ του ανάμεσα
στα φρεσκοποτισμένα φυτά του.
Να που οι μνήμες δεν υπήρξανε ποτέ ακάλυπτες επιταγές.
Να που συνωστίζονται κι όλες
Συγκροτούν μια ανάμνηση δυνατή
Που χωρούν εντός της ο εγωιστικός χρόνος ενός ανθρώπου
που ψάχνει
Να βρει την σκέψη του ακαλούπωτη και να
ψαχουλεύει στο χάος..





Homo hominι lupus




Οι ύαινες των τραπεζών είναι στημένες στο παιχνίδι του ανίερου θανάτου
Λογοβόμβες εξαπολύουν οι φίλιοι πολιτικοί τους ταυτόσημοι
Αίμα στάζει το χρήμα
αίμα πίνουν οι βρικόλακες του μέλλοντος
Τεχνάσματα να επικρατήσουν οι αχρείοι
Τεχνάσματα το σύστημα της βδέλλας να μην χάσει μια ρανίδα αίμα
Σβήνουν οι φάροι της συμπόνιας
Homo hominι lupus
Και λατινικά και ελληνικά και σαξονικά
και αραβικά
Και πάντων των εθνοτήτων
οι ταυτότητες παραχαράσσουν το ανθρώπινο και ο πόνος
ξιφήρης
έχει
παρουσία μόνιμης λαίλαπας..




ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΟ ΠΟΡΤΡΑΙΤΟ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ..


Ανασαίνω βρόμικο αέρα των πόλεων, προχωρώ
μες τους λερούς δρόμους που δεν φέρνουν κανένα αποτέλεσμα.
Ο πατέρας μου κούρασε τόσο κορμί για να καταλήξει
σε ένα μελαγχολικό προσωπικό του φθινόπωρο.
Αλήθεια ποιός κατορθώνει σήμερα μια ιδιωτική όμορφη άνοιξη;
Όλοι οι ρήτορες είναι πια κουρασμένοι, όλοι οι λαγοί
μπάφιασαν να τρέχουν μέσα σ' ένα ασύνορο λιβάδι.
Και η ψυχή
κουράστηκε να ελπίζει-
θέλει να βγει απ' την κατάθλιψη, θέλει να δει την μοίρα
να είναι σημαίνουσα κάτι, να ωραία ζωή μας μιλά.
Τα τρένα είναι όπως σκουλήκια που τρυπάνε το κορμί της γερασμένης πρωτεύουσας.
Χωρίς καπνό πια, πάνε
να σμίξουν εκεί που οι μηχανές τους οργισμένες
καταπίνουν την ηλεκτρική δύναμη
και φτύνουν μια κίνηση που νομίζεις μα δεν είναι διάρκεια.
Αλλοδαποί ευθύνονται για την μιζέρια που χαρίσαμε
αφήνοντάς τους να στεγνώνουν όνειρα
στον δικό μας γέρικο ήλιο.
Οι γυναίκες ομόρφυναν κι άλλο.
Τόσο κομψές σαν να υπόσχονται
γραμμάτια της ηδονής,
τόσο λιγνές
που λικνίζονται όπως οι επηρμένες αψηλές λεύκες
που τινάζουν την χαίτη τους σαν ατίθασα καλοκαμωμένα αδάμαστα άλογα.

Και η πόλη κοιμάται.
Μετά.
Αφήνοντας τα πόδια της να εξέχουν
από το μικρό κρεβάτι
που τρίζει
γιατί και οι ελπίδες τρίζουν
και ποτέ δεν να έχουν κράτος
κι αντίκρισμα μέσα μας κατορθώσαμε..

Μάθετε λέω να μην μυρίζεται υποταγή..


Σημαντικά ασήμαντος είμαι λοιπόν, σημαντικά.
Μόνο που το καταλαβαίνω εγκαίρως
και αλλάζω ρότα
ψιθυρίζοντας
στίχους του Ομήρου.
Βότσαλο στιλπνό, αέρα γουστόζικε-
Η στιχομυθία των πραγμάτων που αγάπησα
είναι πολυφωνική μαργαρίτα
που κρατά όλα τα μυστικά τα δύσκολα του Έρωτα.
Βρήκα τα σύμβολά μου μέσα στην ελληνική ψυχή
και στου ήλιου το μεθύσι ακόμα.
Με εγκαρδιώνουν οι επιθυμίες μου
κι ο μέρμηγκας στοχασμός μου αποταμιεύει
στίχους για ένα δύσβατο χειμώνα.
Αν σας στερούν το φως
τρίξτε τα δόντια
όπως θα έκανε λέων ελεύθερος.
Μάθετε λέω να μην μυρίζεται υποταγή..

                   18.7.2012

Υπάρχει πολύς θάνατος για να ‘ναι αληθινή η ζωή.




Μα τω Θεώ
Υπάρχει πολύς θάνατος για να ‘ναι αληθινή η ζωή.
Κι όσο δυσκολεύουν οι μέρες
Τον άγγελο συλλογιέμαι
Που έκπτωτος αθέτησε τα πάντα του για ένα φιλί.
Αμαρτάνεις από την μεριά της Αλήθειας
Το ψέμα είναι δεδομένο κακό
Μα η αλήθεια σε καταβάλει
στην τρωτή φτέρνα σου
Και σε μαζεύουν κομμάτια
που δεν θα βρούνε να υπάρχει
εντός τους ψυχή.
Έτσι λοιπόν ένας άνθρωπος λιώνει
μες τους καιρούς
Τον τρων οι κοριοί της αντιπαλότητας
Κι όσο ξενίζει η συμπεριφορά του
Τόσο ο όχλος τον νομίζει ακατάδεχτο.
Κι αν ζει μες τις παραβολές που τον καταδιώκουν
Ίσως δεν γίνει σύμβολο ποτέ του
Ενός ποιητικού ουρανού..

Ξέρω από πού θ’ απουσιάσω
Ξέρω τον θάνατο πώς θα τον πω
Συρρικνώνομαι για να συσπειρωθώ και να εκτιναχτώ
σαν ελατήριο
Προς το πέραν της όχλησης
ενός νου που αστρονομίζεται
ν’ ανακαλύψει
Πώς εφαρμόζει το μηδέν ερωτικά
πάνω στους αριθμούς.



Ετικέτες

Αρχειοθήκη ιστολογίου