...

...

ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΙ ΜΟΥ..

31 Ιανουαρίου 2014

Αυτά που πρεσβεύει η εποχή είναι απογοητεύσεις.










Κάθε μέγεθος που ταΐζει την απουσία είναι πλοκάμι της νύχτας.
Έρεβος κρατεί το σιγόντο στο κοιμητήριο που βυθίζει στον μακάριο ύπνο το κορμί των θανόντων.
Περνούνε βιαστικά τα αυτοκίνητα.
Τα φλας τους θρυμματίζουν την κρυστάλλινη ομίχλη και ρέουν προς της πόλης τον κορεσμένο χαμό.
Αυτά που πρεσβεύει η εποχή είναι απογοητεύσεις.
Ένα φεγγάρι απεμπολεί την σοφία και κρεμά το πανωφόρι του πάνω στο δρύινο μπαστούνι τ’ ουρανού.
Η ώρα δύο μετά τα μεσάνυχτα το κρύο είναι δίκοπο και η ζωή είναι μελαγχολική και παραπαίει
Πίσω από τις μάντρες των εργοστασίων.
Ο άνεργος ακουμπά ψηλαφίζει τους εφιάλτες του.
Οι κυβερνήσεις αμαύρωσαν την ηθική των αστέγων.
Ο επαίτης καθεύδει κουρασμένα.
Το επιχείρημα που θα βρεις εναντίον της βαλτωμένης κατάστασης άστο να βελάξει αλλά με επιθυμίες και λόγια κανείς πραγματικά δεν αθωώνεται.


2.1.2014

Για να κλείσω τους λογαριασμούς μου με το παρελθόν








Για να κλείσω τους λογαριασμούς μου με το παρελθόν,
την νύχτα ακόνισα σαν λόγχη
άπονη. Ντύθηκα κεραυνό και ήρθα
στων αμπελιών επάνω τον λυρικό ψίθυρο.
Το μεσημέρι χτυπούσε γλυκά τις φτερούγες του
πα’ στην καρδιά μου.
Ένας αχός από φωνήεντα των σπουργιτιών
κράδαινε το σπαθί των ποιητών και η Ιλιάδα
που γράφονταν είχε εΰπλόκαμες Βρισηίδες.
Πέφταν τα τείχη· αύξαινε σε ένταση η πολιορκία.
Ένα ελληνικό πλοιάριο αρμένιζε μες τα νερά της Προποντίδας.
Ο χρόνος μάζευε, για ν’ αποδώσει, ενέργεια..

30 Ιανουαρίου 2014

Τι θέλει ο φτωχός; Μια θαλπωρή που του λείπει



Πέντε άστρα σαν κειμήλια του προγονικού ουρανού..
Κι ένα τίμημα να έχεις κάτι που δεν έχω κι ούτε το επιθυμώ..
Φορτία ελαφριά, ψυχές που μαστίζονται
Και μόνο όταν ξημερώνει, η πόλη
εγκαταλείπει το μπαρούτι της
Στα ορυχεία και βάφει με λούστρο
Αισιοδοξίας τα ανεξάντλητα προάστια.
Τι θέλει ο φτωχός; Μια θαλπωρή που του λείπει
Μία κουβέρτα, μια φραντζόλα ψωμί
Και λίγο απόκομμα από ανένταχτο όνειρο.
Αναπνέω την βροχή, κάθε σταγόνα της
Ανοίγει μια σελίδα μες την νύχτα όπου ο αέρας
Λιγοστός μαστίζει τις παρειές των δέντρων και χλευάζει 
τις πυρωμένες καμινάδες.

Δρασκελώ την στιγμή




Σφίξεις κρυφές και το κορμί ζωντανός θρύλος
Ξέχειλο από πόθο και ζωή.
Έφυγε η μελαγχολία, τώρα βγήκε ένας ήλιος
Και δέθηκε σαν κόμπος στον ωραίο ουρανό.
Μια κυρία κρατά τα ψώνια της και μιλά στο τηλέφωνο·
Ένα παιδί κάνει ποδήλατο· ο περιπτεράς
ξαναφτιάχνει λιγάκι τις αναρτημένες εφημερίδες. Ο χρόνος
κι η ώρα περνά
Αφήνοντας μια σκόνη ταριχευτική επάνω σε όλα.
Δυο νεαροί πειράζουν την ξανθιά που κάθισε για λίγο στο παγκάκι.
Εκείνη αδιαφορεί. Καπνίζει. Τα λιγούστρα μπλέκονται με το δεντρολίβανο και χτυπούν κρόταλα πάνω στα καγκελάκια του κήπου.
Δρασκελώ την στιγμή και η Πέμπτη είναι μια ψυχρολουσία που τονίζει την σάρκα από κορυφή ως τα νύχια..






Και η μέρα φουριόζα, έρχεται..



Τα πρωινά ο σφυγμός των πραγμάτων είναι σιγανός, σχεδόν άτονος και το φως
δεν έχει έρθει ακόμη.
Περνούν τα πρώτα λεωφορεία, οι αλλοδαποί που δουλεύουν στα μακρινά εργοστάσια, η υγρασία
λούζει τα δέντρα με ασημένια λαμπυρίσματα, δεν φυσά, ο κόσμος
ακόμη κοιμάται.
Γυαλίζουν στο φεγγάρι οι δρόμοι, κάτι απλωμένες μπουγάδες
ανεμίζουν όπως τρομαχτικά φαντάσματα επάνω στα σκοινιά, το ποίημα
καταγράφει την γαλήνη ως να απορροφηθεί απ’ το πρώτο φως που τονίζει τις λεπτομέρειες και παραβλέπει τα ασήμαντα.
Και η μέρα φουριόζα, έρχεται..



29 Ιανουαρίου 2014

Πάνω στο χαρτί γράφονται ιστορίες δικές μας



Είναι η Τετάρτη μια στιχομυθία βροντερή.
Επιστρέφει από το λεξιλόγιο με έναν
Ρυθμό που, αν δεις, σου είναι πάντα οικείος.
Πάνω στο χαρτί γράφονται ιστορίες δικές μας
Πίσω από τον ουρανό, όπως μου αρέσει που είναι,
Πάντα εσύ κρυβόσουν
Δικαιοσύνη και όλος ο πόθος μου.

Ο Ιανουάριος μουσκεμένο χαρτί που μ’ αυτό όσα έταξες ξόφλησαν
Λιγοστεμένα.

Άχαρες λεπτομέρειες, σκιές
Από ένα τρόπο που σε λίγο θα λείψει, εγωισμοί, νηφάλια φώτα
Στο παράθυρο λείπεις και όμως
Η μορφή σου ξαναφαίνεται που απολά περιστέρια
Να καρπωθούνε γαλάζιο και έρωτα.

Θυμάμαι το σκίρτημα κρυφά να σε κοιτώ και η καρδιά μου να σφαδάζει
Πίσω από τις βοκαμβίλιες, στο έβγα για την πίσω αυλή, στην ξύλινη παλιά πόρτα που
Έτριζε σαν για να την αφήσει ο βοριάς εκτεθειμένη
στον ορίζοντα
που μπλάβισε και νόμο δεν εκράτει..


                                  29.1.2014






Εύκολο να πυροβολείς αλλά μην λείπει ο στόχος.


Μην δώσω κι άλλες αφορμές, ας μείνω
ρακένδυτος, μόνος
αφήνοντας τα ίχνη μου
μες την γεωγραφία των στοχασμών..
Εύκολο να πυροβολείς αλλά μην λείπει ο στόχος.
Εκεί που χάνεται το παιχνίδι των αποτελεσμάτων και αρχίζει
το παιχνίδι των εντυπώσεων-όπως
ενός πολιτικού που υποσχέθηκε και τίποτα ποτέ δεν θα κάνει.
Μωρέ τι καταγράφω που η ιστορία είναι μια πληγή που χαίνει
και πυορροούσα
αφήνει της πραγματικότητας το σώμα λίγο λίγο να πεθαίνει;






Θρύψαλο ενός άστρου είμαι








Ευπειθώς αναφέρω ότι με την δυσπιστία μου κατάφερα τα κατάφερα όλα.


Όπου με άφησε η ζωή να είμαι ο πολιορκητής- όπου
δεν με θρυμμάτισε σε χίλιες σκέψεις άγουρες που ούτε ευοδώθηκαν, ούτε
Και νικητήρια πουθενά με πήγαν.


Α ρε κοίτα που έκανα την γλώσσα αλεξίπτωτο να πέφτω από κάτι
περιέργους και βάλε ουρανούς
Μόνο η κόρη μου με θέλει πιο σκληρό και πιο σκληρό-
Και πώς να γίνει λίθος ένας άνθρωπος; Κατά βάθος


Θρύψαλο ενός άστρου είμαι
Που πάνω του έχει ερμηνεύσει η ανθρωπότητα τους νόμους της απηρχαιωμένης λαλιάς της..

Γυναίκα αίνιγμα







Γυναίκα αίνιγμα και γυναίκα φάντασμα
και γυναίκα γυμνή πριν η γη αποφασίσει
την περιφορά της
τώρα αιωρούμενη μες τον ήλιο
φιλόδοξη κι άγρια
ανήμερο αιλουροειδές
που με τις τύχες του ανέμου παίζει..


Στην ώρα εννιά
κάτω από το δέντρο της κολάσεως
ακονίζεις τα νύχια σου
χαλάς το πρωινό μακιγιάζ
του ύπνου κι επιδίδεσαι
σ’ ένα κυνήγι να δηλώσουν όλα σε εσένα υποταγή..
Άξεστη
σαν ο χρόνος
βιώσιμη
σαν ο άνεμος
πολυπρισματική
σαν συνείδηση κι όμως
μεταλαμβάνεις των αχράντων μυστικών την ουσία..


Αν θα σε μάθω
θα είναι που ξυπνάς μες τα δικά μου όνειρα
και γίνεσαι μπελάς των ήσυχων κι όλων των φοβισμένων..
Γυναίκα αίνιγμα και γυναίκα διφορούμενη
σαν ο παντί τρόπο παραδεκτός Θεός..


7.3.2012

28 Ιανουαρίου 2014

Ζεφύρου που έζησα κάτι φεγγάρια περήφανος μες την γλυκιά μοναξιά μου



Έτσι που το καταλάβαινα πότε ήμουν μοναχικό πρόβατο και πότε ήμουν μοναχικός λύκος


Αηδόνι από κούνια σεβνταλής στον καημό


Ζεφύρου που έζησα κάτι φεγγάρια περήφανος μες την γλυκιά μοναξιά μου


Βρες κάπου να κρυφτείς όπως μεγαλώνεις, αυτό που σου άφησε η εφηβεία σοκάρει αλλά δεν μεταφράζεται


Έχει αντίκρισμα στις σελίδες σου κι αυτό γιατί η αλήθεια είναι ένα λουλούδι που το επισκέπτονται ιδέες οι μέλισσες


Σαν σε ένα παλιό βιβλίο που γυρίζεις και γυρίζεις πάλι
Και πάλι γιατί στο παρελθόν πολύ σε συγκίνησε


Τώρα η ζωή προχωρά και είναι μυστικά σκιρτήματα που σου χαρίζει όταν
Κατανοείς το μέγα βάθος της ποιητικής των πραγμάτων υπόστασης..


2012

Όπου ήσουν έφτασα και σε βρήκα εκεί









Συναντιέμαι με σένα εκεί που οι πόθοι είναι απέραντα επιθετικοί
Τέτοια που κάνεις σε αγαπάω συνεχώς περισσότερο
Κλέβει την παράσταση της ζωής η σχέση του ενός με τον άλλο
Όλα τα ρήματα είναι δοτικά στην συνεύρεση
Αν ξαπλώσω ανάσκελα κοιτάζοντας τα άστρα
Θα είμαι ευτυχισμένος θα είμαι χαρούμενος
θα έχω τελέσει μια προσευχή να φτάσει η καρδιά μου σε σένα.
Με τα λόγια με το τίποτα έφτασα στο μακρινό σου κονάκι
Όπου ήσουν έφτασα και σε βρήκα εκεί
Που η αγάπη γίνεται του κορμιού πανωσέντονο
Και καίγονται από κάτω του στα φιλιά οι εραστές
με το ώριμο πάθος.
Στο πλάι σου είμαι στην μεριά που δεν το ξέρεις να δεις
Μα αν με την καρδιά αισθανθείς θα με νιώσεις
Να βαφτίζω ερωτικά τα μοιραία μαλλιά σου..

27 Ιανουαρίου 2014

είναι κι η ποίηση δρόμος για να τον βαδίσεις ξυπόλυτος

Άντε δυο ποιήματα παρακάτω κι όλα που έχω περικλείονται μέσα στην λέξη συμπάθεια.

Αμφέβαλα πολύ για την αγάπη, ποιός ήλιος θα αποδώσει όπως πρέπει το νόημα
Μιας τολμηρής ηλιαχτίδας;

Οι ζωές αποσχηματοποιούνται και όταν οι αγωνίες υπερβάλλουνε
Οι κοινωνίες έχουν καθ’ ολοκληρίαν αποτύχει- δεν έπρεπε έτσι ο άνθρωπος

Πολύ φαρμάκι του έλαχε κι ούτε που ήταν προετοιμασμένος.

Έχω ένα φιλαράκι που το αγαπώ. Αν το καταλαβαίνεις
Τι σαν πράξη αυτό από μόνο του σπουδαία σημαίνει
Ξέρεις γιατί στα ποιήματα είμαι ξεκάθαρα ευτυχισμένος

Ξέρεις αγνοώ τους κρατούντες και ιδιωτεύω σε δικό μου παράδεισο..

Στροβιλίζονται στον ουρανό της νύχτας τα άστρα.
Όπου ταξιδεύω είναι το μυαλού οι απόμακροι κόσμοι μου.
Χαρά, χαρά μου εμένα-   οι λέξεις που εγκολπώθηκα
είναι το δυνατό κρασί που σε μεθάει με τρόπους των ερώτων.

Αγάπησα τα απόκρυφα τεχνάσματα των ιδεών.
Ωραία που όπως συσκέπτεσαι σου αποκαλύπτονται!
Αλλά είναι κι η ποίηση δρόμος για να τον βαδίσεις ξυπόλυτος
Κομίζοντας στην οικουμένη τα εθνικά αγαθά σου..

                                                                   5.2.2012


Ω… ακούγομαι σκληρός… δεν είμαι..



Όταν ζητάς να σε χειροκροτούν δεν έχεις καταλάβει
πόσο λίγο διαρκεί μια ανθρώπινη φήμη .. Αχ τότε
εσύ δεν κατέχεις παρά ένα ματαιόδοξο κακομεταφρασμένο λουλούδι
που είναι της φιλαυτίας σου η ανταμοιβή.
Τι θα γίνει όμως αν οι πλανήτες συγκρουστούν κι από την γαλαξιακή σκόνη ένας μπουχός από εκατομμύρια τιποτένια άστρα σκεπάσει τα πάντα;
Πού θα καταφύγουν οι ρηχές αστείες σοφίες σου;
Μένω στην φιλία που δίνουν τα λόγια
αυτών που έχουν νορμάλ και καθαρογραμμένο εγκεφαλογράφημα.
Ω     ακούγομαι σκληρός      δεν είμαι..
Είμαι πεπεισμένος ότι αυτό που χάνει κάποιος θα το βρει
Να τον ακολουθεί όπως το επιβάλλει η ψυχή του.
Και ύστερα, σε μια ιστορική λακκούβα όλοι δεν κρυβόμαστε;
Τι να φοβάμαι από τον χρόνο που όλα τα δαμάζει;..



ΑΝΑΘΗΜΑ ΣΤΩΝ ΜΑΤΙΩΝ ΣΟΥ ΤΟΝ ΕΡΩΤΑ..



Ανάμεσα σ’ αυτά που ξέρω και σ’ αυτά που μη
Χωρά μια εγκατάλειψη μία προσήνεια ονείρων
Ανεκπλήρωτων όμως, σχεδόν
Που δεν σε πάνε πουθενά    κι ας σε σκεπάζει προστατευτικά η γλώσσα.
Μπλοκάρονται όλα και αδρά
Αμείβονται οι δοσίλογοι    στοχασμοί σου που σε καρατομούν
Άδικα των αδίκων   η Ελλάδα
στενάζει
Βορειότερα της ανθρωπιάς κρίνεται για να κρίνεται το μέλλον
Ο πλανήτης είναι μια άλυτη πλέον εξίσωση
Ο ατελέσφορος φόρος
Που πληρώνει μια ψυχή για να μ’ αξιοπρέπεια υπάρξει
Είναι η υποταγή της τελικά σε κείνο που θα την εκμηδενίσει.
Α ποίηση που με γύμνασες σε κάτι που δεν ξέρω και πώς να το πω
Άρρητο αλήθεια βασανάκι μου, τρελό παιδί μου – πού θα πας
Που οι αγκαλιές θα είναι πιο γλυκές από εμένα
Που σε περίμενα λες μια ζωή να πλεύσουμε γαλάζια σαν με μια τριήρη
Αήττητη που αντιμάχεται αλλά δεν θα την καταβάλει
Ποτέ η δύσκολη ζωή;…



Μια νότα ήλιος..





Τι φρικτές φυλακές και να μην είναι μέσα μου καμιά
φωνή ίδια ξανά    όπως την θέτουνε οι γλάροι πάνω στο ακατανίκητο
φως και τα βράχια   ο Απρίλιος
να νέμεται την ερημιά ακόμη του τοπίου  
δύσκολος μύθος η καρδιά μες την αυγή.
         Αρκεί η μουσική όμως πάντα δεν λες, αρκεί η μουσική
 κι επικοινωνούμε με αισθήματα συμμετέχουμε στην μεγάλη Φωτιά
  είμαστε σ’ όλα πια δικαιωμένοι. Τώρα
που θα στραφούν προς το οξύτερο οι εξουσίες
όπως πληκτρολογούμε την εσώτατη λέξη
ο χρόνος είναι πάντα μηδέν που τείνει στο βαθύτερο άπειρο
και δικαιώνει τα οράματά μας η Στιγμή..




έλα να κατοικήσεις μαζί μου.


Γ


Είναι η μέρα που με μισεί και μ’ έχει (αυτό το θυμάμαι)
πολλές φορές ξυλοδαρμένο..


Τώρα θέλει να μου φερθεί καλά,
το προσπαθεί και βλέπω
το προσποιητό της χαμόγελο σαν μια γκιλοτίνα
που εγκυμονεί για μένα κινδύνους..


Δες!
Είναι στον μήνα της·
γέννησε·
μου ‘κοψε την ψυχή!


Στο νούμερο 27, οδός Κονίτσης
μένουν οι φίλοι μου, φοιτητές.


Σπουδάζουν πάνω στα γρανάζια
που κι εγώ κι εσύ κινούμαστε:


στοίβες δολάρια, χιλιάρικα, δραχμές!
Φαντασμαγορία!


Οι δρόμοι φωνάζοντας, στριγκλίζοντας, με κορναρίσματα
φρεναρίσματα, κλάξονς-
για να περάσει ένα ασθενοφόρο ή
μια πυροσβεστική…
Καίγεται το σπίτι σου-
Τρέξε αν τ’ αγαπάς- Αλλιώς
έλα να κατοικήσεις μαζί μου.


Κάτω απ’ τ’ αστέρια υπάρχει πολύς
τόπος-
κι είναι το νοίκι φτηνό,
καλή η διάθεση!
9.3.1982

Φώναξε μήπως και σ’ ακούσει ο άγγελος..



16.

Φώναξε μήπως και σ’ ακούσει ο άγγελος..
Κι όμως ο άγγελος δεν άκουγε, το ήξερες·
είχε μια πολύ αθώα καρδιά μα μόνο
για τους αθώους και τους ταπεινούς.

Εσύ
κιόλας είχες γευτεί της αμαρτίας την θέρμη·
περίμενες την παιδωμή..

Ξύπνησες την αυγή κι όπως συνήθιζες
αντιστάθηκες στο χαμόγελο
που θέλησες σαν κοίταξες από της κάμαράς σου το παράθυρο έξω
τα πουλιά να πετούν μέσα στην παγωμένη ανατολή πιασμένα
από ‘να σκοινάκι ελπίδας..

Κατέβηκες αργά τα βαριά σκαλοπάτια
να φύγεις για το δάσος απέναντι
που σε γύμνασε τόσον καιρό στην μοναξιά..

Φώναξε μήπως και σ’ ακούσει ο άγγελος..

Η κοπέλα που σε καλημέρισε ήτανε
μάλλινο σκουφάκι και χεράκια μικρά
βολεμένα μέσα σε δυο γαντάκια που έκαναν νάζια.
Τα ματάκια της λάμπανε·
λάμπανε καθαρά, νεροσταγόνες!


«Καλημέρα!»  απάντησες και ανέβηκε
τόσο πίκρας φαρμάκι στα χείλη σου που
τα χρόνια σου ένιωσες που φύγανε, έτσι, αδιάφορα
και σου ‘φτασε να κλάψεις!

Επιτέλους!

                                                                   Γενάρης 1981




26 Ιανουαρίου 2014

ΥΠΑΡΧΕΙΣ ΜΕΣΑ ΜΟΥ..





Υπάρχω μέσα στην επαλξωτή οχύρωση των ματιών σου
όταν αυτά κυνηγάνε έναν άνεμο δημητριακό,
σπέρνοντας τα χέρια μου
στο κορμί σου
που διψάει χάδια..

Το στενό δρομάκι του πόθου διευρύνεται.

Μπορώ να σε κομματιάσω με τα σπαθιά της επιθυμίας μου, να σε φάω
για να υπάρχεις μέσα μου
σαν ψυχή υλική..

Τις άλλες μέρες και νύχτες
είναι πότε ο ήλιος και πότε η σελήνη·

εσύ κοιμάσαι στα σπλάχνα μου·      
κ’ εγώ
σου προσφέρω ένα απαλό νανούρισμα υπεραιμίας!

Ζούμπερι 21.10.1983



ΔΕΛΦΟΙ…






Βασανισμένο μυστικό της ανοιξιάτικης ανθοφορίας
κυριαρχούμενο από τις μεταδοτικότητες των χρυσαφένιων ηλιαχτίδων.
Σε αγγίζουν οι ρίζες του νερού, σε σκουντούν
οι ριπές του ανέμου.
Στέκεσαι στην αινιγματική σκαλωσιά της φασολιάς που σκαρφαλώνει
στον ουρανό
σαν παραμύθι..

Στους Δελφούς άρχισε ο χρησμός σαν όνειρο.
Ο Απόλλωνας δάγκωσε τα χείλη
γλυκά
μην θέλοντας να ξεστομίσει
τα δύσκολα.

Οι μυρωδιές μαγιάτικων ανθών
μ’ έφεραν σ’ έναν κόσμο μ’ αναθήματα.

Λευκά περιστέρια φτεράκισαν
ελεύθερα μέσα στον λαγαρό αέρα
που ήθελε
την αρχαιότροπη μουσική του!

Δεν μου αποκρίθηκε η Πυθία·
οι θεοί δεν άκουσαν τις απορίες μου·
ανέβηκα όλον τον ανήφορο ψάχνοντας την προγονική λαλιά,
συγκλονισμένος μέσα στα απομεινάρια
των αφιερωμένων θησαυρών·

έφτασα στο στάδιο αποκαμωμένος·
κάθισα στην κερκίδα:
θεατής και ζητιάνος·
είχα το σπουδαίο άλογο της σκέψης δαμάσει.

Κινηθήκαμε σαστισμένοι μέσα στο πλήθος που κραύγαζε
χαρίζοντας πάλι στον μάντη θεό
το πάθος του!
                                                                           Ηράκλειο   1980


ΑΘΗΝΑ.




Ύστερα σε ζητήσανε μεγάλα μεσημέρια-
νησάκια ελληνικά και ιερουργίες του ασβέστη
που έχρισε αυτόν τον κόσμο αθανασία!

Γαλουχημένη της ανατολής και σίγουρη
μες την σοφία του ημερολογίου
τόσου αρχαίου λόγου κληροδοτημένου.

Το πρόσωπό σου μέσα στις παλάμες
που χάιδεψαν το σώμα της ανυπαρξίας
πριν μαραθούν!

Σε ζητήσαμε περπατώντας στην Ακρόπολη· 
ο σκληρός βράχος
άντεξε εκεί, αιώνες·
κάρφωσε μέσα στην καρδιά μας
το λίθινο ξίφος του·
η γεωμετρία των ναών του
έφερε την αρχιτεκτονική έμπνευση
στα πέρατα της γης·
οι κίονες σηκώσαν ουρανό..
Σε συναντήσαμε
μες την σπουδή της ιστορίας
πλάι στην ιερή ελιά.  
          
Κι όταν θα λέγεται το δειλινό γραμμένο όλες τις χάριτες
ξέραμε πως θα φύγεις πάλι, θα χαθείς
μέσα στον ύμνο σου.
  
Μ’ εμάς
πιστεύοντας αιώνια σε σένα..

                                                                   Ηράκλειο  1980



μέσα σε μια χαρά διθυράμβου!




7.

Αν είμαι ολόκληρος μες τον βυθό της τραγωδίας, νικημένος
      από το ίδιο μου βάθος, το ύψος
         της ψυχής μου ονειρεύομαι·

                μέσα σε μια χαρά διθυράμβου!

                                                           Ηράκλειο  1980



Τώρα μιλώ σε άλλους οραματιστές!


5.

Τώρα μιλώ σε άλλους οραματιστές!

Με ροζιασμένα χέρια που με δυσκολία
στη φαγωμένη τους επιδερμίδα απ’ την χρήση
μπορείς ν’ αναγνωρίσεις αποτύπωμα δαχτυλικό..

Βέβαια λέω θέλει μία αεράτη τόλμη να συσπειρωθούμε
κάτω απ’ την νύχτα αυτή που φοβερίζει
και λέει βρισιές..

Τώρα μιλώ σε άλλους οραματιστές!

Αυτή η ψυχή η κακομεταχειρισμένη σαν
τόσες άλλες ψυχές που μετρούν
τις μελαγχολικές τους ώρες προσμένοντας
λίγον ηλεκτρισμό ελπίδας.

Η αρχιτεκτονική του σώματος σπουδαία
κινεί το χέρι στην δημιουργία, χαμογελά·
κινεί το πρόσωπο στην αλλόκοτη γκριμάτσα
του ανθρώπου που υποφέρει·
που βολτάρει μέσα στην λιμνάζουσα απόγνωση
για το βιοποριστικό παιχνίδι..

Τώρα μιλώ σε άλλους οραματιστές!

                                                                            1983




Το τραγούδι που χυμάει να βγει απ το λαρύγγι



Διάφανο παιχνίδι    κόσμος οσμής και θαυμάτων
Χάνει η όψη το σφρίγος της και η ηλικία λυγάει
Κατανόησε μικρέ μου το όραμα αφομοίωσε
Την προσευχή –
έλα στο σκοτεινό και αποκάλυψέ το
Ο πορφυρός χιτώνας το στήθος που χαράζει
Το τραγούδι που χυμάει να βγει απ το λαρύγγι, ο έρωτας
Που τολμάει να εκδηλωθεί,
βαθύς και άτρωτος.


Στα ρείθρα των δρόμων η βοή του νερού είναι μια εικασία αθώα.

Πεισματάκι πεισματάκι ψιχάλα ψιχάλα ο ουρανός είναι μια τεντωμένη χορδή
αποφασιστική.

Στα ρείθρα των δρόμων η βοή του νερού είναι μια εικασία αθώα.

Μόνο το πέρα ένστικτο νιώθω που δεν μπορεί κανείς να το φυλακίσει και οδηγεί στο φιλί στο κορμί.

Και εισπράττω την φωνή σου πέρα απ’ τα χαλάσματα την ηττοπάθεια της πόλης τον πνιχτό αντίλαλο από την έσω ανάγνωση,

εκεί που όταν θα απουσιάζω, κάποτε, οι άλλοι θα τεκμηριώσουν τα πειστήριά μου..


Πόσιμη μελαγχολία




Πόσιμη μελαγχολία    ο ουρανός είναι δεξαμενή αισθημάτων
εξακριβωμένα κάποτε κλαίει.

Με ίδιους φίλους και το χυδηριώτικο κρασί
η νύχτα πάει πρίμα-δεν προσέχω
που ο χρόνος πολεμά και με στέλνει απίκο
κακά και σκληρά μου γεράματα..

Όμως στην κουβεντούλα πιάστηκα και μ’ άρεσε    κι ας μην βγάλεις ποτέ σου συμπέρασμα   ετούτο το κατορθωμένο σου το παίρνει έτσι και άλλως ο άνεμος    μην κόπτεσαι να αποδείξεις τίποτα    στιγμές ευτυχισμένες λίγες σου αναλογούν   κέρδισε

το χρώμα και ας λείψει το σχέδιο,   δεν πετυχαίνουν πάντα οι πολιορκίες   απτάλικος χορός επάνω στα πλακάκια ακούγονται τα τακουνάκια σου    ποια μέθη σε κρατάει    νηφαλιότητα αχρείαστη ετούτη την στιγμή τι να σου κάνει;

                                                          26.1.2014










25 Ιανουαρίου 2014

Ψυχή μου εντός των ορίων-έξω από τους φράχτες είναι το μπόι σου..




Βραδάκι γλαφυρό οι λεμονιές κοιμούνται το φεγγάρι τσιμπολογάει τον ασβέστη των σπιτιών.
Μετά το ψιχάλισμα ο τόπος μυρίζει σαπούνι και μέλι.
Ψυχή μου εντός των ορίων-έξω από τους φράχτες
είναι το μπόι σου.
Από το σκοτάδι διδάσκομαι λιτότητα, σύνεση
Από το φως έρωτα και να μαρτυρώ μυστικά μου.
Στο όνειρο και πέρα απ’ αυτό,
ο δαίμονας –
ούτε εγώ ούτε εσύ, ο δαίμονας
που μας ξεπερνά
συναρπάζει.
Τι μπορούμε οι άμοιροι τυμβωρύχοι του ίδιου μας εαυτού και να είναι
Σαββάτο απόψε και η ψύχρα να με σκαρφαλώνει όπως
αράχνη που με απειλεί;..

                                                       25.1.2014








ο αιώνας βοά αντιφάσεις και απονιά.

Αφαιρώ από τα αφαιρεμένα και καταλήγω
σε μια ερμαφρόδιτη πρόσθεση.
Δεν έδεσε επάνω μου η θάλασσα. Φοβήθηκα
τα τρομερά μαρτύριά της.
Στεριανός ίσως μέσα μου, σ’ όλα, καθ’ όλα.
της πικροδάφνης ενορχηστρώθηκα τον ψίθυρο, της φτελιάς.
Να σε βρίσκω εκεί που σε έχασα και που ακόμα εντός μου σε έχω,
φάρμακο, βασανάκι, δηλητηριάκι μου
Άκου: ο αιώνας βοά αντιφάσεις και απονιά.
Πολύ δρόμο έχουμε ακόμα
έως να βγούμε σε μια κορυφή που ο άνθρωπος λάμπει..







Ευχαριστώ μεσημεράκι για την ησυχία μου




Ευχαριστώ μεσημεράκι για την ησυχία μου κανείς στο σπίτι ήσυχο το κεφάλι μου διαβάζω η ραχοκοκαλιά μου κουρασμένη ευτυχώς καθάρισε ο ορίζοντας ένας ήλιος δειλός φτιάχνει την διάθεσή μου και μου υποβάλει
Προτάσεις πώς να μαζέψω τα χρέη μου
Μάνα γη προς εσένα. Με το πάθος μου γράφω

Με την αλήθεια που κρατώ
Σαν ένα βότσαλο που λείανε η θάλασσα και μου το χάρισε
Η έρημη ακρογιαλιά.. Στο τέλος αυτής της γιορτής μυώνες και μάτια χορευτικά αφήνουν το παραμύθι να ξετυλιχτεί ως το άφραστο μέρος ενός κόσμου που τόλμησα κι είπα..


Νάτο που η ποίηση κι ο έρωτας είναι τα τέκνα του ίδιου ευγενικού θεού.



Δίπλα στην εξουσία υπάρχει πάντα φονικό. Καταλαβαίνουμε
Την πίκρα από την αποστροφή· ο έρωτας
Όμως έχει άλλες συμπάθειες
Και είναι πρόθυμος να θυσιάσει. Δες
Πως προσκαλεί ένα λουλούδι την μέλισσα
Ανοίγοντας τα ζωηρά πέταλά του! Ανήκει
Στα νιάτα το χαρωπό καρδιοχτύπι
Η μπάντα των αισθήσεων που θα τραντάξει το κορμί, η μιλιά
Ψιθυριστά κι όταν τα φώτα πια χαμηλώσουν..
Τι μαγικό μ’ ένα φιλί να παίρνουν βάση όλες οι διαθέσεις της χαράς και να ορθώνονται τείχη καλλιεπή ενάντια σε όποια θέλει θλίψη!
Νάτο που η ποίηση κι ο έρωτας είναι τα τέκνα του ίδιου ευγενικού θεού.


24 Ιανουαρίου 2014

Έλα και ζήτα το μερίδιό σου στην δημοκρατία



Συναγερμός στο βαθύ βιβλίο της μέρας, στροφή
προς τον υάκινθο της χαράς-
Τι θέλουμε και τι ζητούμε, δεν είναι
παζάρι με όλα η ελπίδα; Κανιβαλίζει
το σύμφωνο και ελλειπτικό ακούγεται το φωνήεν
χωλαίνει η μουσική
ακροαματικά Τίποτα κρέμονται πάνω
στα κλαδιά των δέντρων
ο ήλιος βάφει τα φυτά
με χλωροφύλλης απαύγασμα
δεν γνωρίζω πια τίποτα
σε όλα που επιχειρώ αφλογιστία
εμπόλεμα τα πάντα γύρω μου   
ρημαδιασμένε αιώνα
σφαίρες πέφτουν δανείζοντας
στον πληγέντα αίμα και θάνατο
τι ηθικό ενσπείρουν οι μικροί και οι καταφρονεμένοι και τι
οι πάνοπλοι προδότες που βαρούν στο ψαχνό του λαού;
Έλα και ζήτα το μερίδιό σου στην δημοκρατία
τώρα που οι νόμοι είναι απλά παγίδες που διασκεδάζουν την ανηθικότητα των ισχυρών..




Είσαι…



Είσαι ψυχή καλοκαιρινή, λινό μπλουζάκι κοντομάνικο
κέφι ανατιναχτό˙

είσαι η εξουσία της μέρας, το γεμάτο πιάτο
το καλλικέλαδο κρασί και ο πουνέντες˙

βρίσκεσαι μέσα σ’ έναν συλλογισμό μου
από νερένιο βίο κι απλομυριστό σαπούνι-
παρουσία ανοιξιάτικη
φρέσκια νυχτικιά βγαίνοντας στο μπαλκόνι να ποτίσει
τα γλαστράκια της.

Η ώρα καθίζει στο απόγευμα απαλά
πίνοντας απ’ το φλιτζάνι του καφέ σου-
ο ήλιος βυθίζει:
ένα τοπίο μνήμης πίνεται απ’ το μέλι του δειλινού˙

στέκεσαι όρθια
κρατάς το φως του κόσμου:
ένα κοντάρι νικητήριο…


24.4.1983
Αυλίδα

Ένας χορός αγγέλων ήτανε για μένα και για το κορίτσι μου



Ένας χορός αγγέλων ήτανε για μένα και για το κορίτσι μου ήτανε
μια μελωδία των άστρων!

Γεύτηκα την βαθύλαλη ψυχή σου!

Σου έχω γίνει τώρα ένας αυλός
να φωνάζεις
απομέσα του και ν’ ακούει ο θεός!

Μουσικές στερεωμένες στην νύχτα!

Στον βαθύ ουρανό αρμενίζουν
όνειρα·

στην ρηχή θάλασσα πλέει
φεγγάρι…

Ηράκλειο 1980

23 Ιανουαρίου 2014

Ιδανικό ή το φάντασμα του Μαγιακόφσκι..



Μέσα στα λεκιασμένα σεντόνια ενός ύπνου εφιαλτικού με φροϋδικές προεκτάσεις και κερατωμένη κυρά- ψυχή

απόναν γιό του αρχαίου Διόνυσου που βαριέστησε μέσα στην λάμψη του αρχαίου κάλλους και σαλτάρισε μαστουρωμένος στον "απάνω κόσμο"

ντυμένος τον ζουρλομανδύα της ύπαρξης 

μ’ένα σκουπιδαριό αστικό που οι κομουνιστές το κοροϊδέψαν μέσα από μία αυτοκτονική φιλολογία -

με μια πρόστυχη libido μεταεφηβική -

στο μαλλιαρό κεφάλι της απόγνωσης..

αυτό το ζαρωμένο παλιόπραμα από εμάς τους ίδιους μες την σύμπτωση της λογοκριμένης ποίησης:

Ήταν αυτή που σηκώθηκε μέσα στην ερημωμένη εγκατάλειψή της  
της είπα "σ’αγαπώ Ελένη"-
Ένας τοίχος αντήχησε,        
μετά άλλος        
κι άλλος ..         
στη σειρά έπεσαν όλα :

Πατώματα φασιστικής ιδέας, καναπέδες έσπασαν τα πόδια τους
από χοντρόκωλους αστούς αδιαφορώντας για την πείνα του πατέρα μου.

Αυτό που κραταιώθηκε με το ζόρι γιατί έπρεπε το είχε θρέψει η παρέα μου
-μια σειρά νέοι –
τα βράδια γυρίζαμε στο σπίτι αργά
μεθυσμένοι ψάχνοντας για το φεγγάρι μες τις τσέπες μας μ’επιμονή!...

Μέσα σ’ αυτήν την βίβλο όλο ανθισμένες τριανταφυλλιές και περίτεχνα εξώφυλλα από δέρμα καρδιάς- με βαρύγδουπη λαλιά ευαγγελιστή που σου μιλάω ξημερώματα Κυριακής γεια σου, γεια σου γυναίκα με το σμαράγδι της ωραίας καρφιτσωμένο στα μάτια σου.

Γυρίζω από την νύχτα μιας ρεμπέτικης μυθολογίας.
Περιθωριοποιημένος .
Από άγνοια βαφτισμένος μέσα στον σκοταδισμό της πολιτικής ουσίας των πραγμάτων σέρνοντας μαζί μου αυτούς που σ΄αγάπησαν σ’ ένα κιτάπι όλο στίχους κλούβιους που φυτοζωούνε-
άλλοτε δημητριακοί και  άλλοτε απέραντα στείροι:
Κανένας ρυθμός.
Μόνο πέφτει λίγο χιόνι              
ίσως πάνω στα μαραμένα λόγια ενός ποιητή που είναι φτωχός και τηγανίζει αυγά.
Κάπως έτσι δεν πρόκειται να τον θυμηθεί η δόξα.
Και γιατί υπάρχεις;
Μια τάξη πραγμάτων σε αποδέχεται επαναστατικά
μέσα στο βλέφαρο του αιώνα σου να παίζεις φυσαρμόνικα

πρωί  

ένας ήλιος διαλαλεί την ευτυχία του μέσα στα μακριά μαλλιά σου-

υπάρχει

ξεφλουδισμένη ψυχή θρησκευάμενη που τσούζει από απραξία και συνείδηση φιλολογική -


η ελληνική δημόσια ράτσα του μύθου χαροπαλεύει
στα δικαστήρια άορκων μαρτύρων
που ισχυρίζονται ένοχο τον "απαίσιο γείτονα".    Θυμάσαι;
Είχε μια μικρή κορούλα αξιολάτρευτη όλο φακίδες και χαμόγελα

τ’ απογέματα έβγαζε τα βάσανα βόλτα -

σε μια ηλικία κατόρθωσε να έχει υπαρξιακά προβλήματα τεντωμένα:
καπνός, καφετέρια, κακός εραστής…             αυτοκτόνησε
μέσα στο όρθιο πρόβλημα της μοναξιάς της.
Βούισαν ξέφρενα  μέσα στο λερωμένο μυαλό μου από αλκοόλ
και ψυχικά απωθημένα τα προβλήματα του κοσμάκη

άγχος

η ανεργία τσιρίζοντας
μια κόλα χαρτί έχοντας μας τυλίξει 
είμαστε χέρια πόδια και κουτσό μυαλό
μέσα στα μακρινά εργατικά οράματα ωριμάζει
ο ορυμαγδός της αίσθησης -
η συνείδηση που καγχάζει -
μια μεροκαματιάρικη  ηθική
συνοψίζεται με θρησκευτική ευλάβεια στον άρτο και τον οίνο -
η οικογένεια πεινάει…
Όχι θεάματα..,

‘Ελα λοιπόν:
βολτάρουμε στο σκοτεινό αλσύλλιο του μυαλού με
ένα άγριο βλέμμα φονικό τονίζοντας τις λέξεις "μου λείπει" -         
γίνεται φασαρία
αδειάζουν τσέπες και η εξαγριωμένη όψη του συνδικαλιστή
φωνάζει "Αμερική ώ Αμερική απαίσια.." 
φρεναρισμένη ευτυχία πάνω στην καρδιά μου.
Ο θεός κοιτάζει απορημένος.
Καυτηριάζονται  από τον πόνο οι φταίχτες του σήμερα -
καφενέδες υπερτοπικοί  με απέραντους μάγκες που καπνίζουνε σέρτικα -
έλα λοιπόν έλα λοιπόν Ελενίτσα…
το σπίτι μας κρυώνει -
ποιος πληρώνει το νοίκι;
είμαστε αφιλόξενοι οι άγγελοι της πιο ψυχοπονιάρικης θρησκείας μωρό μου…


                       24.2.1983
                       Ηράκλειο



Ετικέτες

Αρχειοθήκη ιστολογίου